Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με την βία Άρθρο 120 (παραγρ.4) του ισχύοντος Συντάγματος της Ελλάδας (ακροτελεύτια διάταξη).

Δεν αναγνωρίζουμε το χρέος

Είτε θα πετύχουμε και θα πάρουμε την πατρίδα μας πίσω, είτε θα χαθούμε για αιώνες στις πατρίδες των άλλων και των υπερκρατικών διεθνών οργανισμών, τις νέες αυτοκρατορίες.Εδώ που φθάσαμε, δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα περισσότερο από τις αλυσίδες μας.
Όσο περνούν οι εβδομάδες η κατάστασή μας θα γίνεται όλο και πιο αντιληπτή.
Μέχρι την Εξέγερση

Δεν σας θέλει ο λαός ελικόπτερα και μπρος

To να παράγεις ο ίδιος τα τρόφιμά σου είναι ίσως ένα από τα πιο επικίνδυνα πράγματα που μπορείς να κάνεις σήμερα, γιατί είναι ένα βήμα προς την κατάκτηση της ελευθερίας σου!

''Σκλάβος είναι αυτός που ελπίζει ότι θα έρθουν να τον ελευθερώσουν''
Έζρα Πάουντ 1885 – 1972

Τετάρτη 6 Μαΐου 2009

Η χρεοκοπία του αμερικανικού μοντέλου, η δημιουργική λογιστική των τραπεζών & το ηθικό δίλημμα της Ευρώπης

Επιχειρώντας μία σύντομη αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, διαπιστώνουμε κατ’ αρχήν ότι το προκαταρκτικό στάδιο ξεκίνησε επίσημα το καλοκαίρι του 2007, σαν λογικό επακόλουθο της υπερβολής (φούσκας) των ενυπόθηκων δανείων στις Η.Π.Α. που «ανδρώθηκε» περί το 2005. Τα πραγματικά όμως «εγκαίνια» έλαβαν χώρα το Σεπτέμβρη του 2008, με την κατάρρευση της επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers, η οποία ζημίωσε το σύστημα «υλικά» γύρω στα 700 δις $ και «ψυχολογικά» πολύ περισσότερα.
Οι Η.Π.Α., γνωρίζοντας από πολύ πριν το εσωτερικό τους πρόβλημα, τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στο δημόσιο τομέα, κατάφεραν να το εξάγουν με επιτυχία, μεταφέροντας το, μεταξύ άλλων, με τη βοήθεια των χρηματοπιστωτικών μεγαθηρίων τους (Citibank - Lehman) και «εισπράττοντας» τεράστια ποσά από τη Γερμανία (άνω του 1,2 τρις € από ιδιώτες και τράπεζες), καθώς επίσης από την υπόλοιπη Ευρώπη. Στη συνέχεια οι αμερικανοί κυβερνήτες, σκεφτόμενοι λογικά, θα επιχειρήσουν μέσω της υποτίμησης του νομίσματος τους (δεύτερο στάδιο - αύξηση της προσφερόμενης ποσότητας χρημάτων κλπ), τη μείωση του χρέους τους εις βάρος των δανειστών τους (Κίνα, Ιαπωνία κ.α.), έχοντας πιθανότατα το στόχο να επανακάμψει αναδιαρθρωμένη η οικονομία τους και να ηγηθούν ξανά στον πλανήτη (τρίτο στάδιο).

Βέβαια, έχουν να αντιμετωπίσουν μία σειρά προβλημάτων, τα οποία δεν είναι καθόλου εύκολα στην επίλυση τους. Μερικά από τα πλέον ανησυχητικά, τόσο για τις Η.Π.Α., όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο, είναι τα παρακάτω:

α) Το έλλειμμα, το οποίο υπολογίζεται για το 2009 στα 1,8 τρις $ (το 40% των δημοσίων δαπανών δεν καλύπτονται από κανενός είδους έσοδα)

β) Το εξωτερικό χρέος, το οποίο υπερβαίνει ίσως τα 15 τρις $ σήμερα (12,25 τρις $ το 2007), απορροφώντας περί το 50% των παγκοσμίων αποταμιεύσεων, με τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα να δανείζονται πλέον 1 δις $ ανά εργάσιμη ημέρα από το εξωτερικό (πριν 3 χρόνια ήταν κάτω από 700 εκ. $ ημερησίως)

γ) Το δημόσιο χρέος που πλέον θα περάσει το 70% τους ΑΕΠ τους, πόσο μάλλον όταν συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο το ΑΕΠ (το 70% του αμερικανικού ΑΕΠ προέρχεται από την κατανάλωση!)

δ) Η ανεργία, η οποία ναι μεν ευρίσκεται κάτω του κρίσιμου ορίου (κοινωνικές εξεγέρσεις) του 10%, αυξάνεται όμως με εξαιρετικά μεγάλη ταχύτητα (Αύγουστος 2008: 640.000 άνεργοι, Οκτώβριος 2008: 639.000, Νοέμβριος 2008: 255.000, Δεκέμβριος 2008: 632.000). Το έτος που διανύουμε (2009) υπολογίζεται ότι θα προστίθενται κάθε μήνα 700.000 περίπου νέοι άνεργοι (τη δεκαετία του 1930 η ανεργία είχε φτάσει στο 25% του εργαζομένου πληθυσμού),

ε) Η χρεοκοπία του «τρίπτυχου» αμερικανικού οικονομικού μοντέλου (πολύ marketing, καθόλου ουσία και πολιτική υπερβολικών πιστώσεων/χρεών), με βάση το οποίο λειτουργούσε μέχρι σήμερα ο «παραγωγικός» μηχανισμός τους (η εξαγορά του 20% της χρεοκοπημένης Chrysler από τη Fiat, με την ενίσχυση ύψους 3 δις $ από το αμερικανικό δημόσιο, η οποία έτσι «διαδέχεται» τρόπον τινά τη Mercedes, ενώ συνεχίζει να θέλει και την Opel από την GM αποδεικνύει την τεράστια αδυναμία του παραγωγικού μηχανισμού των Η.Π.Α.) και

στ) Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος ο οποίος, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, στηρίζει τη δήθεν ανάκαμψη του στα «τεχνάσματα» των Ισολογισμών.

Για παράδειγμα, όσον αφορά το τελευταίο πρόβλημα και χωρίς να επεκταθούμε ιδιαίτερα, στις δύο μεγάλες επενδυτικές τράπεζες της χώρας, στις Goldman Sachs και Morgan Stanley, ο Δεκέμβριος εξαφανίστηκε από τα λογιστικά τους βιβλία, μαζί με τις ζημίες πολλών δις $ που τον συνόδευαν. Η (νόμιμη) αιτιολογία ήταν η αλλαγή του αντικειμένου εργασιών τους, από επενδυτικές σε κανονικές τράπεζες, οπότε το προηγούμενο λογιστικό έτος τους τελείωσε το Νοέμβρη του 2008, ενώ το καινούργιο άρχισε τον Ιανουάριο του 2009! (πηγή: MM)

Η Citigroup (και όχι μόνο), αποφάσισε να αλλάξει τη μέθοδο αποτίμησης ενός μεγάλου μέρους των χρεών (οφειλών) της, «εκπλήσσοντας» όπως γνωρίζουμε την αγορά με λειτουργικά κέρδη. Από τη μία πλευρά, λόγω της μεγάλης αύξησης των ασφαλίστρων κινδύνου (CDS), «καταχωρήθηκαν» 2,7 δις $ στον Ισολογισμό της, ενώ από την άλλη «ενεγράφησαν» Cash-Spreads ύψους 2,5 δις $ - συνολικά δηλαδή τα τεχνάσματα απέφεραν λογιστικά έσοδα ύψους 5,2 δις $.

Για να γίνει κατανοητή η (νόμιμη) «απάτη», η εικονική πραγματικότητα δηλαδή πίσω από τις «κερδοφόρες» αυτές εγγραφές στους Ισολογισμούς των τραπεζών, αρκεί να αναφέρουμε ότι, όσο πιο κοντά στη χρεοκοπία ευρίσκεται μία τράπεζα, τόσο πιο μεγάλα (θεωρητικά) κέρδη στον Ισολογισμό της μπορεί να εγγράψει. Η αιτία είναι το ότι αξιολογεί τις οφειλές της, τα χρέη της δηλαδή προς τρίτους, χαμηλότερα από τα πραγματικά, αφού στην περίπτωση χρεοκοπίας της οι δανειστές της δεν θα λάβουν πίσω το σύνολο των απαιτήσεων τους, αλλά μόνο ένα μέρος! Με τη μέθοδο αυτή μειώνουν σημαντικά το παθητικό τους, εμφανίζοντας ξαφνικά (λογιστικά) κέρδη από το πουθενά. Σε τελική ανάλυση λοιπόν, όσο πιο άσχημα λειτουργικά αποτελέσματα παρουσιάζει μία τράπεζα, τόσο καλύτερα για τον Ισολογισμό της και το αντίθετο.

«Η θεωρεία είναι ενδιαφέρουσα, αλλά στην πράξη είναι απαράδεκτη», έγραψε πρόσφατα ο ίδιος ο πρόεδρος της J.P. Morgan Chase, σε μία αναφορά του προς τους μετόχους, συνεχίζοντας «Στην περίπτωση δηλαδή που μια επιχείρηση οδεύει ολοταχώς προς τη χρεοκοπία, θα μπορούσε να εγγράψει πολύ υψηλά κέρδη, μειώνοντας συνεχώς την αξιολόγηση των χρεών της, μέχρι φυσικά να καταθέσει την αίτηση πτώχευσης – και τότε δεν παίζει πλέον κανένα ρόλο». Όταν τώρα εφαρμοσθούν και τα νέα λογιστικά πρότυπα στους Ισολογισμούς που έχουν ήδη αναγγελθεί από την αρμόδια δημόσια υπηρεσία των Η.Π.Α., κανένας δεν θα γνωρίζει πια την πραγματική καθαρή θέση των τραπεζών, όπως και πολλών άλλων επιχειρήσεων της χώρας.

Παρά το ότι λοιπόν οι μέχρι σήμερα απώλειες της αμερικανικής αγοράς από την κρίση δεν είναι συγκρίσιμες με αυτές της «μεγάλης ύφεσης» του 1929/1932, όπως για παράδειγμα


α) ο Dow Jones έχει πτώση περί το 40%, ενώ την τότε τριετία έπεσε από τις 305 μονάδες στις 41 μονάδες – σήμερα θα ήταν αναλογικά από τις 14.000 μονάδες στις 2.000 μονάδες (η ανάκαμψη του αμερικανικού χρηματιστηριακού δείκτη διήρκεσε 22 έτη)

β) η μείωση του όγκου του παγκοσμίου εμπορίου σήμερα υπολογίζεται σε χαμηλό μονοψήφιο νούμερο (τότε μειώθηκε κατά -30%)

γ) το αμερικανικό ΑΕΠ σημείωσε πτώση -6,1% το πρώτο τρίμηνο του 2009 (η τότε μείωση ήταν πολλαπλάσια)

δ) ο κρατικός τομέας στις Η.Π.Α. αποτελεί το 40% της οικονομίας της (10% το 1929), οπότε θεωρείται πιο ανθεκτική στην κρίση (κρατισμός λοιπόν και στην πρωτεύουσα του καπιταλισμού, παρά τις αντίθετες «διαβεβαιώσεις» πολλών),

αρκετοί οικονομολόγοι είναι σκεφτικοί, αφ’ ενός μεν γνωρίζοντας ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές με το 1929 (όγκος παγκόσμιας αγοράς, ύψος βιοτικού επιπέδου, παγκοσμιοποίηση, είσοδος 3 δις νέων ανθρώπων στο καπιταλιστικό σύστημα κλπ), αφ’ ετέρου δε μη γνωρίζοντας εάν θα αποδώσουν έγκαιρα τα μέτρα που έχουν ληφθεί, καθώς επίσης σε ποιο ακριβώς σημείο της κρίσης βρισκόμαστε (ενδεχομένως στο ξεκίνημα της).

Πέρα από αυτά, εμείς θεωρήσαμε ότι, η λύση που έχει επιλεχθεί παγκοσμίως, η καταπολέμηση δηλαδή της υπερχρέωσης με ακόμη περισσότερα χρέη, με κίνδυνο να ακολουθήσει η κρίση των κρίσεων, η δημοσιονομική (η χρεοκοπία δηλαδή των κρατών), είναι πολύ δύσκολο να φέρει πραγματικά αποτελέσματα και όχι απλά να μεταθέσει το πρόβλημα επαυξημένο στο μέλλον. Τέτοιου είδους «μολυσματικοί ιοί» στο σύστημα, όπως η άνοδος του βιοτικού επιπέδου με δανεικά χρήματα για σειρά δεκαετιών, δεν γιατρεύονται με τον πολλαπλασιασμό των ιών και την ελπίδα αυτόματης δημιουργίας αντισωμάτων. Ελπίζουμε και ευχόμαστε βέβαια να κάνουμε λάθος, γεγονός που θα αποδειχθεί πολύ γρήγορα.

Περαιτέρω, περιγράφοντας τα τρία στάδια των χρηματοπιστωτικών κρίσεων στην απλή τους μορφή ως εξής:

1ο στάδιο: Οικονομικά προβλήματα των νοικοκυριών, τα οποία δημιουργούν αντίστοιχα προβλήματα στις τράπεζες οι οποίες, τόσο από τις ζημίες, όσο και από τη μείωση των καταθέσεων υποχρεώνονται να περιορίσουν τα δάνεια στις εταιρίες, μεταφέροντας με τη σειρά τους το πρόβλημα στην «πραγματική» Οικονομία (για πρώτη φορά το πρόβλημα μεταφέρθηκε και στα κράτη παγκοσμίως)

2ο στάδιο: Ολοκληρωτική απώλεια της εμπιστοσύνης όλων των συναλλασσομένων μεταξύ τους. Δηλαδή των καταναλωτών προς τις τράπεζες και αντίστροφα, των τραπεζών μεταξύ τους, των κρατών προς τις τράπεζες, των κρατών μεταξύ τους και ούτω καθ’ εξής.

3ο στάδιο: Υποτίμηση των νομισμάτων (αφού συνήθως έχει προηγηθεί η αθρόα εκτύπωση νέων), αύξηση των επιτοκίων για να προσελκυσθούν καταθέσεις, μεγάλη κάμψη της πραγματικής οικονομίας, υψηλή ανεργία, μείωση της φορολογικής βάσης λόγω περιορισμού του ΑΕΠ, εξ αυτής μείωση των δημοσίων επενδύσεων και δαπανών κλπ. Στη συνέχεια επαναλαμβάνεται το πρώτο στάδιο με αυξημένη ένταση (Καθοδικός Σπειροειδής Κύκλος),


υποθέσαμε ότι λογικά βρισκόμαστε ακόμη στο πρώτο στάδιο, καλύτερα σε ένα ενδιάμεσο μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου, όπου τα κράτη προσπαθούν με κάθε μέσο να εμποδίσουν την εξάπλωση της νόσου (ιδιαίτερα την έλευση του 2ου σταδίου, το οποίο είναι κυριολεκτικά καταστροφικό). Όμως, τα πάντα θα εξαρτηθούν από την ψυχολογία πολλών δις ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη, τα οποία όλα μαζί σήμερα είναι «συγχρονισμένα» στο ίδιο πρόβλημα (δυσπιστία που ταλαντεύεται μεταξύ πανικού και ευφορίας).


Στη συνέχεια, θεωρήσαμε ότι, μία από τις σημαντικότερες αιτίες της σημερινής παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης είναι η εμφάνιση του ιού του «ετεροβαρούς ρίσκου» («ηθικός κίνδυνος»), όπου η έννοια «ετεροβαρές ρίσκο» που χρησιμοποιούμε εμείς εδώ, αναφέρεται σε οποιαδήποτε κατάσταση, στην οποία ένα πρόσωπο αποφασίζει πόσο ρίσκο θα αναλάβει, ενώ κάποιο άλλο πρόσωπο πληρώνει το κόστος, όταν τα πράγματα δεν εξελιχθούν θετικά και καταλήξουν σε ζημίες.

Ευρισκόμενο λοιπόν το σύστημα στο πρώτο στάδιο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, δεν μπορεί λογικά να την αντιμετωπίσει αποτελεσματικά μόνο με χρήματα – πόσο μάλλον με δανεικά. Θα πρέπει ταυτόχρονα να ασχοληθεί με την επίλυση των παραπάνω προβληματισμών – όχι μόνο με αυτών της Οικονομίας. Τα κοινωνικά και πολιτικά τεκταινόμενα σε παγκοσμιοποιημένο πλέον περιβάλλον είναι εξ ίσου σημαντικά, αφού πρέπει να βρεθούν λύσεις που να είναι πράγματι ανθεκτικές στο χρόνο.

Περαιτέρω, ο βασικότερος προβληματισμός της ΕΕ (και κατ’ επέκταση της Γερμανίας) προκύπτει από ένα τεράστιο ηθικό δίλλημα, με το οποίο είναι από καιρό τώρα αντιμέτωπη και που πολύ δύσκολα μπορεί να επιλυθεί. Για να γίνει πιο κατανοητό, υποθέτουμε το παρακάτω «σενάριο»:

Μία από τις μεγάλες εξαγωγικές χώρες διαπιστώνει ξαφνικά ότι, ένας από τους σημαντικότερους «πελάτες» της έχει εξαπατήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τόσο τους υπηκόους της, όσο και τις τράπεζες της. Μη γνωρίζοντας εν πρώτοις το συνολικό ύψος της απάτης, πόσα δηλαδή χρήματα έχουν φύγει ανεπιστρεπτί από τα σύνορα της, αρχίζει να ερευνάει σιωπηλά το όλο θέμα, χωρίς να διακινδυνεύσει τη δημοσιοποίηση του. Φυσικά δεν θέλει να δυσαρεστήσει, ενδεχομένως χωρίς ουσιαστικό λόγο, τον «πελάτη» της ο οποίος, εκτός των άλλων, έχει μεγάλη στρατιωτική δύναμη με «παραρτήματα» ακόμη και στην ίδια της τη χώρα.

Κατά τη διάρκεια όμως των μυστικών ερευνών και ενώ κάποιες δικές της τράπεζες συσκέπτονται στα κεντρικά γραφεία του πελάτη της, μαζί με άλλες διαφορετικών χωρών του πλανήτη, προσπαθώντας να βρουν λύση σε σχέση με τις απαιτήσεις τους απέναντι σε μία μεγάλη επενδυτική τράπεζα, ο «πελάτης» αποφασίζει παραδόξως να εγκαταλείψει αβοήθητη αυτήν ειδικά την τράπεζα (παρά το ότι η τράπεζα μίας άλλης χώρας, της Βρετανίας συγκεκριμένα, έχει ήδη αποφασίσει να την εξαγοράσει, υπό κάποιες προϋποθέσεις), τινάζοντας τη σύσκεψη και τη παγκόσμια Οικονομία στον αέρα.

Το πρόβλημα λοιπόν δημοσιοποιείται ξαφνικά με μία απίστευτη «πονηριά», ένα τυχοδιωκτικό καιροσκοπισμό καλύτερα, από τον ίδιο τον πελάτη-υπερδύναμη, και η μεγάλη εξαγωγική χώρα μας βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με τις εξής «δισυπόστατες» σκέψεις:

α) Εάν ενεργήσει «ηθικά», τότε θα χάσει τον πελάτη, θα διακινδυνεύσει να έλθει σε ευθεία αντιπαράθεση μαζί του (η στρατιωτική υπεροχή δεν ήταν ποτέ μέχρι σήμερα αμελητέος διαπραγματευτικός παράγοντας), θα δημιουργήσει μεγάλες αναταράξεις στο παγκόσμιο σύστημα και, φυσικά, δεν θα καταφέρει να πάρει πίσω τα «κλεμμένα» χρήματα.

β) Γνωρίζει τόσο καλά, όσο και όλες οι υπόλοιπες μεγάλες χώρες του πλανήτη, ότι ο καπιταλισμός, ιδιαίτερα τα τελευταία 30 χρόνια, στηρίζεται στη δημιουργία χρεών. Περαιτέρω, τα χρέη στηρίζονται στην εμπιστοσύνη μεταξύ των πάσης φύσεως συναλλασσομένων οπότε, εάν εκλείψει η εμπιστοσύνη, θα καταρρεύσει ολόκληρο το σύστημα «αυτοστιγμεί».

γ) Το «Κεϊνσιανό συμβόλαιο», σύμφωνα με το οποίο οι λαοί αποδέχθηκαν το καπιταλιστικό σύστημα, επειδή ο Keynes τους υποσχέθηκε ότι γνωρίζουμε πλέον τις λύσεις για κάθε κρίση που θα παρουσιάζεται, δεν της είναι άγνωστος όρος και ειδικά αυτή δεν θέλει να το διαψεύσει (φοβάται ότι, η ενδεχόμενη αναξιοπιστία του «κοινωνικού συμβολαίου», θα έφερνε το εθνικοσοσιαλιστικό σύστημα ξανά στην εξουσία - όπως και τότε μέσα από την αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια).

δ) Από την άλλη πλευρά γνωρίζει ότι, εάν κάποιος συμβιβαστεί με κάποιον απατεώνα, έστω χωρίς «ηθικές προκαταλήψεις», ο απατεώνας θα συνεχίσει τις απάτες του με μεγαλύτερο θράσος αφού, παραμένοντας ατιμώρητος, πιστεύει ότι είναι αναντικατάστατος, ενώ διαγράφονται πλέον και οι τελευταίες «συνειδησιακές αναστολές» από την κοινωνική συμπεριφορά του.

Την ίδια στιγμή αναρωτιέται για το που πραγματικά ευρίσκεται σήμερα ο κόσμος, μέχρι ποιού σημείου έχει χρεωθεί, εάν τα πάσης φύσεως χρέη μπορούν να διαιωνίζονται αυξανόμενα επ’ αόριστον, εάν υπάρχουν πια οικονομικά μέτρα για την αντιμετώπιση των χρηματοπιστωτικών κινδύνων και εάν είναι δυνατό κανείς να ελέγξει αποτελεσματικά ένα πρόωρα παγκοσμιοποιημένο σύστημα. Πόσο μάλλον ένα οικονομικό σύστημα που στηρίζεται σε τόσα πολλά αλληλένδετα μεταξύ τους χρηματιστήρια, η άνοδος ή η πτώση των οποίων εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τις διαθέσεις και τα συναισθήματα πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων «επενδυτών» (όταν κάποτε ήταν κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες), συντονισμένων διαδικτυακά μεταξύ τους.

Επίσης αναρωτιέται εάν επιτρέπεται κανείς να τρομάξει το τέρας του ανεξέλεγκτου και μάλλον «τοκογλυφικού» Παγκοσμίου Κεφαλαίου το οποίο, εάν νοιώσει τον παραμικρό κίνδυνο (πόσο μάλλον εάν πανικοβληθεί) αποσύρεται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, αφήνοντας πίσω του την καταστροφή (Ασιατική κρίση, Ρωσική, κρίση της Βραζιλίας, του Μεξικού κλπ). Φυσικά γνωρίζει ότι και η ίδια συμμετέχει μη συνειδητά στο Κεφάλαιο αυτό, το «αιμοδοτεί» δηλαδή αν μη τι άλλο με τις αποταμιεύσεις της, οι οποίες δυστυχώς διακινούνται μαζί με άλλα, τεράστια ποσά, προερχόμενα από το παγκόσμιο έγκλημα, τα ναρκωτικά, τα τυχερά παιχνίδια, την πώληση όπλων κλπ.

Να το τρομάξει δεν είναι λογικό, αφού δεν μπορεί ούτε καν να το περιορίσει - ήδη της έχει επιβληθεί «συστημικά» η ελεύθερη διακίνηση του, τα κερδοσκοπικά προϊόντα του (χρηματοοικονομικά όπλα μαζικής καταστροφής), ο αμοραλισμός του και τόσα άλλα. Δυστυχώς κυριάρχησε απόλυτα στους υπόλοιπους συντελεστές παραγωγής - στη Φύση, στην Εργασία και στην Οργάνωση. Ήταν φυσικό επακόλουθο βέβαια, αφού κατάφερε τελικά να εισπράττει όλα τα κέρδη από τη «ορθολογική» λειτουργία τους, ενώ στην αρχή απλά τους χρηματοδοτούσε.

«Το Κεφάλαιο, ο κυρίαρχος του σύμπαντος σήμερα, έχει επιλέξει να εγκατασταθεί στις Η.Π.Α.» σκέφτεται περαιτέρω η μεγάλη εξαγωγική χώρα μας, «….στην ισχυρότερη πολεμική μηχανή του πλανήτη, κινούμενο με ασφάλεια μέσω της Wall Street, των αμερικανικών θεσμών που χρηματοδοτεί αφειδώς και των φορολογικών παραδείσων που διατηρεί σε ολόκληρο τον πλανήτη, επιστρέφοντας γρήγορα από τις διεθνείς κερδοσκοπικές επιθέσεις του, όταν αντιληφθεί τον παραμικρό κίνδυνο. Η Εργασία διαμένει κυρίως στην Κίνα και στην Ινδία», συνεχίζει τις σκέψεις της, «..η Οργάνωση στη Γερμανία και στην Ιαπωνία. Η Φύση, όσον αφορά το υπέδαφος, είναι διασπαρμένη παντού – στη Βραζιλία, στη Ν. Αφρική, στις Αραβικές χώρες, στη Ρωσία. Όσον αφορά το έδαφος, την πλέον ειρηνική της μορφή, ζει κυρίως στη Μεσόγειο, αλλά και αλλού».

Οι Η.Π.Α. ανησυχούν επομένως για το Κεφάλαιο, η Κίνα με την Ινδία για την Εργασία (ανεργία), η Γερμανία και η Ιαπωνία για την Οργάνωση, ενώ ένας μεγάλος αριθμός από τις υπόλοιπες χώρες για τη Φύση (ενεργειακές πηγές, πρώτες ύλες, περιβάλλον). Η κάθε μία δηλαδή «γεωπολιτική περιοχή» δίνει την προτεραιότητα σε έναν διαφορετικό συντελεστή παραγωγής, ερχόμενη έτσι σε άμεση αντίθεση με όλες τις άλλες. Κατ’ επέκταση, μία κοινή λύση του προβλήματος, παγκοσμίως αποδεκτή, είναι εντελώς εξωπραγματική, μη δυνάμενη να εξισορροπήσει τέτοιας μορφής αντικρουόμενα συμφέροντα και κρυφά αιωρούμενες προθέσεις.

«Είναι αλήθεια ένας οικονομικός πόλεμος μεταξύ των ισχυρών κρατών μόνο», αναρωτιέται ξαφνικά, «ή, ίσως, μεταξύ των συντελεστών παραγωγής; Μήπως οι συντελεστές παραγωγής είναι απλά τα όπλα διεξαγωγής ενός «γεωπολιτικού» πολέμου; Που υπεισέρχεται η στρατιωτική ισχύς; Ποιος θα επικρατήσει τελικά και πόσο “πύρρεια” θα είναι η νίκη του;».

Χωρίς δυστυχώς να βρει ικανοποιητικές απαντήσεις στα ερωτήματα της η μεγάλη εξαγωγική χώρα, θλιμμένη από τις διαπιστώσεις και αφήνοντας τις σκέψεις της, «αποφασίζει», στη παγκόσμια σύσκεψη που ακολουθεί στο Λονδίνο, να στηριχθεί στην καλή θέληση του πελάτη της, ενστερνιζόμενη την απαίτηση του να συναντήσουν χαμογελαστοί τα ΜΜΕ, για να μην ανησυχήσει ούτε το τέρας του Κεφαλαίου που κατοικεί στη χώρα του, αλλά ούτε και ο κόσμος που το υπηρετεί δουλικά, χωρίς καν να το συνειδητοποιεί.

Της είναι απολύτως σαφές ότι η ψυχολογία του πλήθους, η οποία καθορίζει το βαθμό της εμπιστοσύνης στο καπιταλιστικό σύστημα και επομένως την ίδια τη βιωσιμότητα του, εξαρτάται κυρίως από τις χρηματιστηριακές αγορές τις οποίες, παρά τη θέληση της, οφείλει να ενισχύει μαζί με τους άλλους. Ίσως γι αυτό σήμερα, αν και η πραγματική (παραγωγική) αγορά υποχωρεί με ραγδαίο ρυθμό, τα χρηματιστήρια ανεβαίνουν. Πιθανόν να «προλέγουν τεχνητά» το μέλλον (η «ανάδραση» του G. Soros, η «αυτοεκπληρούμενη» προφητεία), με την ελπίδα να προκαλέσουν αισιοδοξία και να διασκεδάσουν τους φόβους των ανθρώπων, αφού κανένας σοβαρός οικονομολόγος δεν διακινδυνεύει προβλέψεις.

«Όλα στηρίζονται πια στη λεπτή κλωστή της εμπιστοσύνης…της εμπορικής πίστης», σκέφτεται η μεγάλη εξαγωγική χώρα και ηγέτιδα της ΕΕ, «Ούτε στα επιτόκια, ούτε στα κεϊνσιανά μέτρα του Δημοσίου, ούτε στις κεντρικές τράπεζες. Καθόμαστε επάνω σε μία ωρολογιακή βόμβα που, για να την εμποδίσουμε να εκραγεί, αυξάνουμε συνεχώς την καταστροφική ισχύ της, ελπίζοντας ότι στο μέλλον θα βρούμε τον τρόπο να την εξουδετερώσουμε».

Δυστυχώς, δεν έχει άλλη επιλογή, ούτε μπορεί να οχυρωθεί πίσω από τα τείχη της, μετά από τόσα πολλά χρόνια που επέτρεψε τόσο η χώρα της, όσο και πολλές άλλες την υπερχρέωση του συστήματος, την ελεύθερη νομή του τέρατος και την λεηλασία των ανθρώπων που υπηρετούσαν για αρκετούς αιώνες πιστά τους τρείς άλλους συντελεστές παραγωγής. Σκύβει λοιπόν το κεφάλι και συνεχίζει, ελπίζοντας ότι κάποτε στο μέλλον θα της δοθεί η ευκαιρία να κάνει επιτέλους αυτό που πρέπει, αναλαμβάνοντας το ρίσκο της απελευθέρωσης της.



Σε επόμενα άρθρα μας θα ασχοληθούμε κυρίως με εκείνη τη μορφή της Πολιτικής που προκάλεσε την υπερσυγκέντρωση και τις ανεξέλεγκτες επιδρομές του «Κεφαλαίου» διεθνώς, προκαλώντας μεταξύ άλλων, την εμφάνιση του ιού (επιδημίας) του ετεροβαρούς ρίσκου. Επίσης με τη χώρα μας και τους τέσσερις βασικούς πυλώνες της Οικονομίας μας (Εξαγωγές, Τουρισμός, Ναυτιλία, Κατασκευές), αναλύοντας περαιτέρω τα προβλήματα και προτείνοντας επί πλέον λύσεις. Τέλος, με το «σκοτεινό» ρόλο του ΔΝΤ στην παροχή «βοήθειας» προς εκείνες τις χώρες, τις οποίες προηγουμένως βοηθάει να ολοκληρώσουν τη χρεοκοπία τους.

Βασίλης Βιλιάρδος

viliardos@kbanalysis.com

κ. Βιλιάρδος είναι Οικονομολόγος, πτυχιούχος της Α.Σ.Ο.Ε.Ε. Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.
http://www.sofokleous10.gr/

Σημ.axinosp:Μου αρέσει η σταθερότητα σ' αυτή την εφημερίδα . Γιατί το λέω αυτό μα πολύ απλά στις 22 Απριλίου έλεγε ότι θα τις λείψουν οι προφήτες της καταστροφής και τώρα που έρχονται τα ράλυ και τέλος η κρίση !!

Δεν υπάρχουν σχόλια: