Με λίγα λόγια οι «Έλληνες πατριώτες» συσσώρευαν δημόσιο πλούτο «δανειζόμενοι» δυσθεώρητα ποσά από το Κράτος τα οποία κατευθύνονταν σε προσωπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς. Άλλωστε το μόνο που τους απασχολούσε ήταν η προνομιακή και φτηνή πρόσβαση στους πιστωτικούς πόρους του Δημοσίου, που ως αποτέλεσμα είχε τη συνεχή χρηματοδότηση τους.- Στράτου – Κατσάμπα, που μέσω της «Πειραϊκής-Πατραϊκής» είχαν τον έλεγχο και μιας σειράς άλλων επιχειρήσεων, κυρίως στον κλάδο παραγωγής και εμπορίας κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων.
- Μποδοσάκη, που μέσω της Ανώνυμης Εταιρίας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων (Λιπάσματα Δραπετσώνας) είχε ουσιαστικά και τον έλεγχο μιας σειράς άλλων αξιόλογων επιχειρήσεων, όπως ΛΑΡΚΟ, «Χημικές Βιομηχανίες Βορείου Ελλάδας», «Υαλουργία Ελευσίνας» κλπ.
- Σκαλιστήρη, που μέσω της «Ανώνυμης Εταιρίας Μεταλλευτικών, Βιομηχανικών, Ναυτιλιακών» είχε τον έλεγχο του χρωμίτη και το μονοπώλιο στην παραγωγή δίπυρης και καυστικής μαγνησίας. Στο συγκρότημα ανήκε επίσης η εταιρία «Μακεδονικοί Λευκόλιθοι»
- Κεφάλα, με την ίδρυση της χαρτοβιομηχανίας «Αθηναϊκή Χαρτοποιία» ή «Σόφτεξ»
- Τσάτσων, με την ίδρυση της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ Ηρακλής
- Ανδρεάδη, επικεφαλής ενός από τους σημαντικότερους ομίλους ελληνικών επιχειρήσεων. Έχοντας τον έλεγχο των Ελληνικών Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων (του σημερινού ΗΣΑΠ) και από το 1952 της Εμπορικής Τράπεζας (αργότερα απέκτησε και τις μικρότερες τράπεζες Ιονική, Πειραιώς, Αττικής και Επενδύσεων), ίδρυσε στη συνέχεια τη Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων στη Νέα Καρβάλη Καβάλας, τα Διυλιστήρια Ασπροπύργου, τα Ναυπηγεία Ελευσίνας κλπ.
- Λάτση, με την ίδρυση των διυλιστηρίων της ΠΕΤΡΟΛΑ
- Βαρδινογιάννη, με την ίδρυση των διυλιστηρίων της ΜΟΤΟΡ ΟΪΛ στην Κόρινθο
- Νιάρχου, με την ίδρυση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά.
Η Λεηλασία
το διάστημα 1982-1985 ήταν ο Γεράσιμος Αρσένης ο οποίος δημιούργησε τους όρους, τα πλαίσια και τους κανόνες, βάση των οποίων οι ιδιωτικές επιχειρήσεις των κεφαλαιοκρατών θα περάσουν στα χέρια του κράτους. Προς όφελος όμως ποιων; Των εργαζομένων; Των πατριωτών επιχειρηματιών; Του έθνους των Ελλήνων;«Το πρόβλημα το είχε κατ’ αρχήν η Εθνική Τράπεζα που είχε δανείσει υπέρογκα ποσά σε αυτές τις εταιρείες…» «…Πρόβλημα είχαν επίσης οι εργαζόμενοι σε αυτές τις εταιρείες αφού η απασχόληση τους εξαρτιόταν άμεσα από την συνέχιση των εργασιών των επιχειρήσεων…»«…οι πιστώσεις ανέρχονταν (σ.σ μόνο στην Εθνική!) στο ύψος των 200 δισεκατομμυρίων δρχ, θα έπρεπε να χαρακτηριστούν επισφαλή χρέη και να διαγραφούν. Η τράπεζα θα αδυνατούσε βεβαία να καλύψει ζημιά τέτοιου ύψους από άλλους πόρους και θα αναγκαζόταν να αθετήσει τις υποχρεώσεις της απέναντι στους καταθέτες…»«…Για να προχωρήσουμε αποτελεσματικά έπρεπε πρώτα από όλα να παραδεχτούμε την πικρή αλήθεια, ότι δηλαδή, το μεγαλύτερο μέρος των 200 δισεκατομμυρίων- που εξανεμίστηκε έπρεπε να καλυφθεί- θα πληρωνόταν κατ’ ανάγκη από τον φορολογούμενο…Το κόστος θα μπορούσε να κατανεμηθεί διαχρονικά με τέτοιο τρόπο που η επιβάρυνση να μην είναι σημαντική…»
«Προβληματίστηκα, γιατί πίστευα πως δινόταν μια μεγάλη ευκαιρία στον Τύπο να αποκαλύψει τι κρυβόταν πίσω από τις διαμάχες με τις προβληματικές. Με τον καιρό κατάλαβα πόσο δικτυωμένα ήταν τα συμφέροντα και πόσο αποτελεσματικά λειτουργούσαν-πόσο καθοριστική ήταν η χρηματοδότηση από την Εθνική Τράπεζα για μια μερίδα του Τύπου….Οι ίδιες εταιρείες, οι ίδιες οικογένειες τα ίδια κυκλώματα…»
Ακόμα χειρότερα, κανείς μα κανείς, ούτε καν από τα κινήματα των εργαζομένων δεν πάλεψε ή ακόμα χειρότερα δεν έθεσε το ζήτημα της κοινωνικοποίησης χωρίς αποζημίωση για όσα εργοστάσια οι ιδιοκτήτες του δήλωναν ότι έχουν γίνει ασύμφορα και θα τα κλείσουν, οτι πρέπει και επιβάλλεται να περάσουν στο δημόσιο χωρίς δεκάρα για τους βιομήχανους και τις τράπεζες.Και δεν πάλεψε κανείς γιατί εργάτες βολεύτηκαν με το αντίδωρο που τους πέταξε το ΠΑΣΟΚ σε συνδυασμό με την κομματική νομιμοφροσύνη των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Το ΚΚΕ την εποχή εκείνη ζητούσε «…τουλάχιστον ένα μέρος των δανείων να εξοφληθεί από τα άλλα περιουσιακά στοιχεία των πρώην ιδιοκτητών … και μέτρα προστασίας της ντόπιας παραγωγής (που) αποτελούν βασικό μέσο περιορισμού της δύναμης των μονοπωλίων και της ασυδοσίας του…» και «να ξεσκεπαστούν τα φαινόμενα ασυδοσίας και ρεμούλας των προηγούμενων διοικήσεων και τα κυκλώματα διαφθοράς».
ΠαραλληλοΓράφος«Όπως είναι γνωστό, εκκρεμούν ενώπιον διαφόρων Διοικητικών και Πολιτικών Δικαστηρίων προσφυγές ή αγωγές με αίτημα την ακύρωση ή την αναγνώριση της ακυρότητας αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου και κεφαλαιοποιήσεων απαιτήσεων που έγιναν με υπουργικές αποφάσεις κατά τις διατάξεις του Ν. 1386/1983 και αφορούσαν επιχειρήσεις που είχαν υπαχθεί στις ρυθμίσεις του ως άνω νόμου, δηλ. τις λεγόμενες προβληματικές επιχειρήσεις, καθώς και αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου τραπεζικών ανωνύμων εταιρειών που είχαν υπαχθεί σε καθεστώς προσωρινής επιτροπείας βάσει του Π.Δ. 861/1975, που κυρώθηκε με τον Ν. 236/1975, που έγιναν με πράξη του προσωρινού Επιτρόπου σύμφωνα με τις αρμοδιότητες που του παρείχαν οι ως άνω διατάξεις.
Κοινό χαρακτηριστικό των ως άνω αυξήσεων κεφαλαίου είναι ότι έγιναν βάσει ειδικών ρυθμίσεων της τότε ισχύουσας νομοθεσίας και κατά παρέκκλιση ορισμένων ρυθμίσεων του Κ.Ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιρειών», όπως ίσχυε κατά τα χρονικά σημεία που έλαβαν χώρα οι ως άνω αυξήσεις κεφαλαίου, δηλ. χωρίς να ακολουθηθεί η προβλεπόμενη στον νόμο αυτό διαδικασία σύγκλησης της Γενικής Συνέλευσης προκειμένου αυτή να λάβει τη σχετική απόφαση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, χωρίς να παρασχεθεί στους παλαιούς μετόχους δικαίωμα προτίμησης στο σύνολο των νέων μετοχών.
Πρόκειται, επομένως, για άδικες περιπτώσεις αυξήσεως μετοχικού κεφαλαίου, που έλαβαν χώρα βάσει ορισμένων ρυθμίσεων της τότε ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας, οι οποίες, όπως αποφάνθηκε πολύ μεταγενέστερα το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ήταν αντίθετες προς ορισμένες διατάξεις της δεύτερης κοινοτικής εταιρικής οδηγίας (οδηγία 77/91/ΕΟΚ) και ειδικότερα προς το άρθρο 25 παρ. 1 εδάφιο 1 και, στις περιπτώσεις που δεν παρασχέθηκε δικαίωμα προτίμησης, και προς το άρθρο 29 παρ. 1 της ως άνω οδηγίας.»
«Σημειώνεται όμως ότι σε όλες τις περιπτώσεις τόσο η λογιστική όσο και η εσωτερική αξία των μετοχών των υπ’ όψη εταιρειών πριν την υπαγωγή τους στις ρυθμίσεις του Ν. 1386/83, ήταν μηδενική, συνεπεία της τεράστιας συσσώρευσης ληξιπρόθεσμων και μη χρεών. Οι εταιρείες θα οδηγούντο στην πτώχευση (εξ’ άλλου μερικές από αυτές είτε είχαν πτωχεύσει ήδη, είτε ευρίσκοντο σε πραγματική κατάσταση παύσης πληρωμών). Η υπαγωγή των εταιρειών στις ρυθμίσεις του Ν. 1386/83 και ιδίως οι αυξήσεις κεφαλαίου τους τις οποίες επωμίσθηκε αμέσως μεν το Δημόσιο (μέσω του ΟΑΕ) εμμέσως δε και οι πιστωτές τους με μετοχοποίηση των συσσωρευμένων απαιτήσεων τους, υπήρξε η μοναδική δυνατότητα επιβίωσης των επιχειρήσεων. Η επιβίωση τους δε αυτή, είχε ως αποτέλεσμα την σε κάθε περίπτωση βελτίωση των οικονομικών τους δεικτών σε σχέση με τον προηγούμενο της υπαγωγής (και κυρίως των αυξήσεων κεφαλαίου) χρόνο. Έτσι, είτε οι επιχειρήσεις αυτές μεταβιβάσθηκαν εν λειτουργία, είτε όχι, η εσωτερική αξία της μετοχής είχε αυξηθεί αφού στις εταιρείες εισέρρευσαν κεφάλαια μεγάλου ύψους είτε αμέσως είτε εμμέσως δια της διαγραφής των χρεών.»
«Η ρύθμιση διευκόλυνε δικονομικά τη διεκδίκηση της αποζημίωσης δεδομένου ότι θα υπάρχει μόνο ένας και φερέγγυος αντίδικος των εναγόντων, οι οποίοι έτσι δεν θα βαρύνονται με την απόδειξη υπαιτιότητας άλλων εμπλεκομένων προσώπων, έναντι των οποίων, σε αντίθεση με το Ελληνικό Δημόσιο, θα ήταν ενδεχομένως εκτεθειμένοι σε κινδύνους αφερεγγυότητας.»Αθήνα, 13 Ιανουαρίου 1999
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ ΒΑΣΩ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου