Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με την βία Άρθρο 120 (παραγρ.4) του ισχύοντος Συντάγματος της Ελλάδας (ακροτελεύτια διάταξη).

Δεν αναγνωρίζουμε το χρέος

Είτε θα πετύχουμε και θα πάρουμε την πατρίδα μας πίσω, είτε θα χαθούμε για αιώνες στις πατρίδες των άλλων και των υπερκρατικών διεθνών οργανισμών, τις νέες αυτοκρατορίες.Εδώ που φθάσαμε, δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα περισσότερο από τις αλυσίδες μας.
Όσο περνούν οι εβδομάδες η κατάστασή μας θα γίνεται όλο και πιο αντιληπτή.
Μέχρι την Εξέγερση

Δεν σας θέλει ο λαός ελικόπτερα και μπρος

To να παράγεις ο ίδιος τα τρόφιμά σου είναι ίσως ένα από τα πιο επικίνδυνα πράγματα που μπορείς να κάνεις σήμερα, γιατί είναι ένα βήμα προς την κατάκτηση της ελευθερίας σου!

''Σκλάβος είναι αυτός που ελπίζει ότι θα έρθουν να τον ελευθερώσουν''
Έζρα Πάουντ 1885 – 1972

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2010

Σε αδιέξοδο ο κινηματίστικος οικονομισμός. Μόνη λύση η πολιτική κλιμάκωση του αγώνα


Πως χάθηκε η μάχη της προπαγάνδας

Όταν από τις αρχές του χρόνου οι πάντες συνειδητοποιούσαν ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους ήταν προ των πυλών, η εγχώρια αριστερά σχεδόν στο σύνολό της επέμενε ότι όλα αυτά είναι ένα παραμύθι της κυρίαρχης προπαγάνδας, προκείμενου να παρθούν πίσω τα “κεκτημένα” της μεταπολεμικής περιόδου. Όσοι σε αυτή την αριστερά κατανοούσαν τη φύση του προβλήματος, βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ντουβάρι του απλοϊκού και εύπεπτου εργατισμού του ΚΚΕ και της υπόλοιπης συνδικαλιστόπληκτης αριστεράς που συνέχιζε να πολιτεύεται με το σλόγκαν “ότι χρήματα υπάρχουν”. Γιατί αν δεν υπάρχουν λεφτά που θα κάνεις οικονομικό αγώνα; Και ενώ η κυβέρνηση έβγαζε τα νούμερα στον αέρα, δίνοντας και τις δικές της λύσεις, (μείωση μισθών, συντάξεων, απελευθέρωση απολύσεων, κατάργηση βασικού, σύνταξη στα 70 με 40 χρόνια εργασία κλπ.), ως μονόδρομο για τη μείωση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων, η αριστερά έμοιαζε με τον τρελό του χωριού που δεν καταλαβαίνει για τι ακριβώς συζητάμε.Το αποτέλεσμα αυτών των χειρισμών στους κρίσιμους αυτούς μήνες ήταν η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη να κερδίσουν κατά κράτος την αριστερά και τα συνδικάτα στο επίπεδο της προπαγάνδας και επομένως της ιδεολογικής προετοιμασίας για την αποδοχή των αντεπαναστατικών κοινωνικών μέτρων ως “αναγκαίων για να σωθεί η χώρα, οι μισθοί και οι συντάξεις”. Η κυβέρνηση παραδεχόταν, πριν την αριστερά, ότι “έχουν κλαπεί λεφτά, ότι κάποιοι κονόμησαν σε βάρος του δημοσίου και των πολλών, ότι το πολιτικό σύστημα ήταν πελατειακό πράγμα που γένναγε τη διαφθορά, ότι τα μέτρα είναι άδικα, αλλά δεν γίνεται αλλιώς δεν έχουμε άλλο δρόμο, αν δεν τα πάρουμε το μαγαζί βάζει λουκέτο”. Η κυβέρνηση έχτισε την πολιτική της πάνω στην πραγματικότητα της επικείμενης κατάρρευσης και αυτό της έδωσε το συγκριτικό πλεονέκτημα για να επικρατήσει ιδεολογικά ενώ κανονικά θα έπρεπε να ηττηθεί με νοκ άουτ στο πρώτο δευτερόλεπτο. Την ίδια ώρα, και ενώ ο κόσμος ανησυχούσε για τη δουλειά του, για το αν θα πληρωθεί τον επόμενο μήνα, για το αν θα δημευτούν οι καταθέσεις, για το αν θα βρεθεί η χώρα εκτός ευρωζώνης, για το τι σημαίνει χρεοκοπία, η οκνηρή αριστερά αντί να ανοίξει τη βεντάλια δίνοντας τις δικές της απαντήσεις συνέχιζε να επαναλαμβάνει το συνδικαλιστικό της τροπάρι, αποδεικνύοντας τελικά πόσο αργόστροφα και συντηρητικά είναι τα ηγετικά της επιτελεία.
Κάνει ο συνδικαλισμός για όλες τις δουλειές;

Ο χρόνος στην πολιτική, ιδιαίτερα σε στιγμές εμπόλεμες σαν αυτές που ζούμε εδώ και λίγους μήνες, μπορεί να είναι καθοριστικός. για την τελική έκβαση της μάχης. Και μέχρι στιγμής η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, σε αντίθεση με την αριστερά, το εργατικό κίνημα και γενικά τον κόσμο της εργασίας που τρέχουν να προλάβουν τα απανωτά χτυπήματα του αντιπάλου. Ουσιαστικά οι γραμμές άμυνας σπάνε η μια πίσω από την άλλη, και δεν χρειάζονται δικαιολογίες τύπου Marfin γι’ αυτό. Από την αρχή του χρόνου οι συνδικαλιστικές ηγεσίες -ως ειδήμονες του θέματος, αφού τάχα πρόκειται για τα κεκτημένα- απειλούν ότι “αν τολμήσει” η κυβέρνηση να αγγίξει το τάδε θα γίνει χαμός, το άλλο casus beli, το δείνα “θα της κοπούν τα χέρια” κ.ο.κ. Τελικά η κυβέρνηση τα αγγίζει όλα μέχρι που έχουμε χάσει τη μπάλα. 14ος,,13ος, μειώσεις μισθών και συντάξεων, χιλιάδες απολύσεις και έρχονται κι άλλες στο δημόσιο, σύνταξη στα 65 και ίσως στα 70, οι συντάξεις στο μισό και πιο κάτω και όχι από το ’18 αλλά από το ’13 αλλά ίσως και από το ’11, μειώσεις 6% το χρόνο για όσους βγουν πιο γρήγορα από τα νέα όρια, βασικός για τους νέους αλλά και για τους παλιούς “μαθητείας” στα 550€ και που ‘σαι ακόμα.
Αυτό λέγεται κοινωνική αντεπανάσταση μέσα στα μούτρα μας και οι συνδικαλιστές μας συνεχίζουν να απειλούν για τα επόμενα μέτρα. Για να το πούμε διαφορετικά. Είναι σαν να σου σπάει κάποιος την πόρτα και να μπουκάρει στο σπίτι σου για να σε καθαρίσει και εσύ αντί να του σπάσεις το κεφάλι -νόμιμη αυτοάμυνα- του δείχνεις το σύνταγμα και τον απειλείς για τις συνέπειες που θα έχει από την παραβίαση του οικιακού ασύλου. Αλλά τι να περιμένει κανείς από μια αριστερά που το μόνο που ξέρει είναι να ξεποδαριάζεται πάνω κάτω στη Σταδίου και την Πανεπιστημίου και να κηρύσσει με τη σέσουλα συνδικαλιστικές “γενικές απεργίες”, τη στιγμή που θα έπρεπε να κηρύξει ανένδοτο πολιτικό αγώνα μέχρι να φύγει η κυβέρνηση των τοκογλύφων με κλοτσιές από τη χώρα. Να δούμε πόσοι μήνες θα περάσουν μέχρι να καταλάβουμε ότι η συνδικαλιστική γραμμή άμυνας έχει τρυπήσει από την πρώτη μέρα και δεν υπάρχει κανένας λόγος να εναποθέτουμε πλέον εκεί τις ελπίδες μας για αντεπίθεση του κινήματος.
Είναι τουλάχιστον αστείο όταν αναλύουμε την κρίση σαν δομική, συστημική, κ.ο.κ. να μιλάμε σαν μαρξιστές και όταν θέλουμε να δράσουμε να μεταμορφωνόμαστε σε συνδικαλιστές της δεκάρας που το μοναδικό μας μέλημά είναι να υπερασπίσουμε τα “κεκτημένα” της δεκαετίας του 60 και του 70. Είναι τουλάχιστον γελοίο να λέμε ότι ο καπιταλισμός βρίσκεται σε τέλμα και το μόνο που έχουμε να πούμε είναι “αντίσταση και πάλη”. Η αντίσταση έχει ένα νόημα όταν το σύστημα είναι λειτουργικό, και τότε όντως υπάρχουν τα περιθώρια για μια μέση λύση με το κεφάλαιο, όπως επίσης και για μεταρρυθμιστικούς πειραματισμούς. Τώρα δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα και αυτό σχεδόν το παραδέχονται όλες οι πλευρές και πάνω απ’ όλα η κυβέρνηση που ορθά κοφτά δηλώνει ότι είμαστε σε πόλεμο.
“Μα η αριστερά δεν μιλάει μόνο για αγώνες, τόσες προτάσεις ακούγονται για το πώς μπορεί να ξεπεραστεί η κρίση”. Όντως τα αριστερά blogs έχουν πάρει φωτιά και οι συζητήσεις “επιστημόνων και οικονομολόγων” γίνονται με φρενήρη ρυθμό. Στάση πληρωμών ο ένας, αναδιάρθρωση του χρέους ο άλλος. Ευρωομόλογο ο ένας, έξω από την ευρωζώνη ο άλλος. Μα αν φύγουμε από την ευρωζώνη ο ένας θα γίνει υποτίμηση ο άλλος, μα αν γίνει υποτίμηση ο ένας θα πέσουν οι μισθοί ο άλλος και θα ανέβει το χρέος ο επόμενος. Μα στάση πληρωμών δεν λεει κι ο Ανδριανόπουλος ο ένας, μα και έξω από την ευρωζώνη δεν μας λεει και ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μα αναδιάρθρωση του χρέους λεει και το ΔΝΤ ο ένας, μα χωρίς δικό σου νόμισμα δεν γίνεται τίποτα λεει ο άλλος.
Βγήκε όμως κάποιο συμπέρασμα από όλα αυτά; Προφανώς όχι. Μετά το over dose, το πρώτο πανό στις πορείες συνεχίζει να λεει πάρτε τα μέτρα πίσω και να πληρώσουν οι πλούσιοι. Στις κινητοποιήσεις δεν ακούγεται ούτε μισό σύνθημα για αυτό που συμβαίνει τώρα, παρά τα γνωστά διαχρονικά συνθήματα “εμπρός λαέ”, “αγώνας διαρκείας” κ.ο.κ. Είναι φανερό ότι για την αριστερά και δυστυχώς και για τον κόσμο της, όλα αυτά δεν έχουν κάποιο νόημα για να καταλήξουμε σε έναν άξονα πάλης αλλά για να εμπλουτίσουμε τις γνώσεις μας γύρω από τα δημόσια οικονομικά. Και επειδή τελικά παθαίνουμε κλακάζ από τις αντικρουόμενες απόψεις των “ειδικών επιστημόνων οικονομολόγων”, στο τέλος επιστρέφουμε στη σιγουριά του να “πληρώσουν οι πλούσιοι” και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
Αν η κατανόηση εκ μέρους της αριστεράς ότι η κρίση του χρέους δεν είναι ιδεολόγημα, πήρε μερικούς μήνες, η συνειδητοποίηση ότι χρειάζεται γι’ αυτό ένας συγκεκριμένος πολιτικός επανεξοπλισμός που να απαντάει στο ζήτημα, όχι με εκθέσεις ιδεών αλλά, με θέσεις μάχης θα πάρει μερικά χρόνια, αν δεν αλλάξουμε επειγόντως τρόπο σκέψης.

Χρέος και σύστημα

Λοιπόν επανερχόμαστε στο κεντρικό ζήτημα της περιόδου που για όσους δεν το έχουν ακόμα καταλάβει λέγεται κρίση του χρέους. Προς το παρόν μιλάμε για το δημόσιο χρέος, αλλά στις άμεσες προοπτικές είναι και το ιδιωτικό το οποίο είναι για την Ελλάδα τουλάχιστον άλλο τόσο όσο και το δημόσιο. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η καταιγίδα μέτρων που είναι σε εξέλιξη έχει ως σκοπό τη μείωση των ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού που με τη σειρά της θα οδηγήσει στη μείωση του δημόσιου χρέους. Ωστόσο την ίδια στιγμή ακόμα και το ΔΝΤ δηλώνει ευθαρσώς ότι το χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται για τα επόμενα χρόνια (150% του ΑΕΠ το 2013) και αν όλα πάνε κατ’ ευχή θα πέσει στα σημερινά επίπεδα (120% του ΑΕΠ το 2020). Επομένως θα υποστούμε όλες αυτές τις συνέπειες των μέτρων για να καταλήξουμε σε 10 χρόνια εκεί που είμαστε σήμερα. Και αντί να τους πιάσουμε στις ντομάτες καθόμαστε και συζητάμε.
Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί που ανησυχούν με τα κρατικά χρέη και τα ελλείμματα το μόνο που τους απασχολεί είναι αφενός να συνεχίσουν να εισπράττουν ανελλιπώς τους τόκους από τα ομόλογα που έχουν επενδύσει και αφετέρου να εξασφαλίσουν αν όχι ολόκληρο το κεφάλαιο που έχουν επενδύσει τουλάχιστον ένα αξιοπρεπές ποσοστό του. Ακριβώς αυτό επιτυγχάνουν τόσο με το “μηχανισμό” των 110 δις ευρώ από ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ, που εξασφαλίζει για 2 χρόνια την αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους, όσο και με το σχέδιο των 750 δις που εκπόνησε εδώ και δυο βδομάδες η ΕΕ όπου η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει τοξικά ομόλογα. Πρόκειται στην ουσία για ένα δεύτερο σχέδιο δια-κρατικής διάσωσης των τραπεζών που είναι εκτεθειμένες σε ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου αλλά και άλλων χωρών όπως η Αγγλία και η Ιρλανδία που ενδεχομένως δεν θα μπορούν στο άμεσο μέλλον να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτησή του. Στα πλαίσια αυτά γίνεται και συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους όπου ένα μέρος θα επωμιστούν τα κράτη της ΕΕ που θα εγγυηθούν γι’ αυτό ή θα έχουν αγοράσει μέσω της ΕΚΤ ένα μέρος του από τις ιδιωτικές τράπεζες οι οποίες και αυτές με τη σειρά τους θα δεχθούν να εισπράξουν ένα μέρος από τα ομόλογα που έχουν στα χέρια τους, π.χ. 70 λεπτά για κάθε ευρώ.
Για να το πούμε με μαρξιστικούς όρους, το ζήτημα είναι η διάσωση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, πάνω στο οποίο αφενός βασίζεται η καπιταλιστική επέκταση τα τελευταία 20 χρόνια και αφετέρου βρίσκονται αποθηκευμένα πλασματικά κεφάλαια σε επισφαλή προϊόντα αμύθητης αξίας που ξεπερνά ίσως και τα 600 τρις δολάρια. Οι κάτοχοι αυτών των κεφαλαίων τα τελευταία χρόνια είχαν βρει τον τρόπο να επιτυγχάνουν απίστευτα ποσοστά κέρδους καθιστώντας κάθε άλλη επενδυτική δραστηριότητα στην πραγματική οικονομία σκέτο βίτσιο. Τα κεφάλαια αυτά που τα διαχειρίζονται τράπεζες και διάφορα hedge funds, όλα αυτά τα χρόνια έκατσαν σαν βδέλλες πάνω στα κεφάλαια που δραστηριοποιούνταν στην πραγματική οικονομία με αποτέλεσμα είτε να τα ελέγξουν είτε να τα εξολοθρέψουν. Το είδος αυτό καπιταλιστικής επιχειρηματικότητας πέρα από την παρασιτική του φύση δημιουργεί και ένα συγκεκριμένο είδος λούπμεν καπιταλιστή τοκογλύφου, που έχει χάσει εντελώς την επαφή του με την κοινωνία αφού δεν συμμετέχει σε καμία πραγματική οικονομική διαδικασία. Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό βιομήχανο που έχει επαφή με προϊόντα, εργάτες, πελάτες και εν πάση περιπτώσει με πραγματικές αξίες και πλούτο. Και επομένως ακόμα και από τη θέση του εκμεταλλευτή που οικειοποιείται την υπεραξία του εργάτη, συνεχίζει να έχει μια αίσθηση κοινωνικής ευθύνης. Ο επενδυτής στο χρηματοπιστωτικό τζόγο είναι εντελώς ένα ανεύθυνο παράσιτο που δεν καταλαβαίνει τίποτα πέρα από το να έρχονται κάθε μήνα οι τόκοι. Μοιάζει περισσότερο με αριστοκράτη του μεσαίωνα που μαζεύει φόρους πάρα με έναν καπιταλιστή που τρώγεται για μπίζνες.
Μια βασική πηγή κέρδους αυτών των κεφαλαίων εκτός των άλλων είναι η αγορά ομολόγων. Από την κρίση που ξέσπασε το 2008 με τα επισφαλή στεγαστικά δάνεια και τα τοξικά παράγωγά τους μέχρι την κρίση του κρατικού χρέους, η κερδοφορία αυτών των κεφαλαίων πέφτει κατακόρυφα. Στη μαρξιστική ορολογία αυτό λέγεται κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Τεράστια δηλαδή κεφάλαια με πτωτική κερδοφορία, τέτοια που να θέτει σε αμφισβήτηση την πραγματική αξία αυτών των κεφαλαίων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κάτοχοί τους βιάζονται να τα ξεφορτωθούν αντικαθιστώντας τα με πιο σίγουρες αξίες, όπως χρυσό, γη κ.ο.κ. Και ενώ τα γελοία ανθρωπάκια των οίκων αξιολόγησης και των μεγάλων τραπεζών μέχρι και οι εγχώριες δευτεράντζες του Σκαι και του Μega έχουν φαγωθεί για “το αδηφάγο κράτος που δεν αφήνει τους ιδιώτες να ξεσκιστούν στις επενδύσεις”, ο μόνος τρόπος τελικά για να διασωθεί όλο αυτό το παρασιτικό καρκίνωμα είναι να εγγυηθούν τα ίδια τα κράτη για την κερδοφορία τους και τελικά για την αξία των κεφαλαίων τους. Το πραγματικό πρόβλημα εν ολίγοις δεν είναι τόσο το κρατικό χρέος, όσο τι θα απογίνει ο πύργος με τα 600 δις $ τραπουλόχαρτα, ο οποίος αν καταρρεύσει θα συμπαρασύρει μαζί του το σύστημα στο σύνολό του. Γιατί ο καπιταλισμός σήμερα και όχι γενικά, είναι αυτός ο πύργος και τίποτα περισσότερο. Όλα περιστρέφονται γύρω απ’ αυτόν, από τις δεδομένες νομισματικές ισορροπίες, από τα δολάριο, το ευρώ, τους οργανισμούς όπως το ΔΝΤ, η παγκόσμια τράπεζα, η ομοσπονδιακή των ΗΠΑ, η ΕΚΤ, η ΕΕ, η ευρωζώνη. Ο καπιταλισμός μπορεί να βασίζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης και στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής αλλά κάθε φορά είναι μια συγκεκριμένη πραγματικότητα που εκφράζεται στο εποικοδόμημα με μηχανισμούς που στηρίζουν αυτή την πραγματικότητα και επίσης σε ένα συσχετισμό ανάμεσα στις τάξεις και τα έθνη. Υπό αυτό το πρίσμα μια κατάρρευση του ευρώ, η μερικών τραπεζών πυλώνων του συστήματος μπορεί να είναι και η συντέλεια για το καπιταλισμό όπως τον ξέρουμε τις τελευταίες δεκαετίες.

Τι λέμε τώρα

Στο δια ταύτα τώρα. Λέμε ότι δεν θέλουμε να πληρώσουμε εμείς τα ασπασμένα. Αυτό είναι σωστό αν το λέμε σαν εργάτες. Βεβαίως δεν θέλουμε να μειωθεί η αξία της εργατικής μας δύναμης γιατί πολύ απλά δεν θα μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Και να θυμίσουμε ότι η επιβίωση είναι σχετικό μέγεθος και συνάρτηση των υποχρεώσεων που έχουμε αναλάβει και όχι απόλυτο μέγεθος, ίδιο στην Αθήνα και ίδιο στην Καλκούτα.
Σαν πολίτες όμως και σαν αριστεροί δεν φτάνει. Εδώ πρέπει να μιλήσουμε πολιτικά και όχι ως διαμαρτυρόμενοι που ενδιαφερόμαστε μόνο για το μεροκάματο χωρίς να μας απασχολεί “πού θα βρεθούν τα λεφτά”. Και να θυμίσουμε σε μερικούς που διαρκώς το ξεχνάνε ότι οι επαναστάσεις που αλλάζουν τις κοινωνίες δεν γίνονται ως κλιμάκωση της διαμαρτυρίας των από κάτω, αλλά όταν αυτοί υπερβούν την κοινωνική τους κατάσταση και σκεφτούν πολιτικά, παίρνοντας τις τύχες της κοινωνίας στα χέρια τους και ότι συνεπάγεται απ’ αυτό. Το να σκεφτούμε λοιπόν σήμερα που θα βρεθούν τα λεφτά δεν το κάνουμε για να συμπάσχουμε με την αστική τάξη, αλλά για να προτείνουμε το δικό μας δρόμο που αφορά όχι μόνο τη διάσωση των εργατικών μισθών αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας σε κόντρα με τα καπιταλιστικά συμφέροντα.
Ποια όμως είναι σήμερα τα καπιταλιστικά συμφέροντα; Σε γενικές γραμμές κάθε επιχειρηματίας εκφράζει τα δικά του καπιταλιστικά συμφέροντα. Ωστόσο το κέντρο βάρους είναι το χρηματιστικό κεφάλαιο. Εδώ βρίσκεται ο πυρήνας της κοινωνικής αντεπανάστασης που εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς εδώ και 3-4 μήνες και όχι πλέον μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη σχεδόν την Ευρώπη. Ο όρος κοινωνική αντεπανάσταση δεν είναι λογοτεχνικός αλλά απολύτως ουσιαστικός και ακριβής. Η ζωή μας από δω και πέρα δεν θα έχει σχέση με αυτό που έχουν ζήσει όλες οι γενιές που βρίσκονται ακόμα εν ζωή. Μιλάμε για τις γενιές από τον πόλεμο και δώθε. Δεν χρειάζεται να περιγράψουμε αυτό που έρχεται. Όποιος διαβάζει αυτό το άρθρο προφανώς είναι ενημερωμένος.
Λέμε λοιπόν να πληρώσει το κεφάλαιο. Αυτό τι σημαίνει συγκεκριμένα; Μήπως να πληρώσει τα τοκοχρεολύσια; Τι ζητάμε δηλαδή, οι τράπεζες και οι εφοπλιστές να τα βγάλουν από τη μία τσέπη και να τα βάλουν στην άλλη; Και πώς θα γίνει αυτό; Αυξάνοντας τη φορολογίας τους; Και από πότε θα αυξηθεί; Προφανώς από δω και πέρα γιατί αναδρομικά είναι αδύνατο να φορολογηθούν. Α ναι ξεχάσαμε τους “ανείσπραχτους φόρους”. Σαν αυτούς που χρωστάει ο Τόλης, ο Βαζαίος και διάφοροι άλλοι. Όλα αυτά δεν τα λέμε με καμία διάθεση ειρωνείας. Αυτό όμως που λέμε είναι ότι τα γενικά συνθήματα πρέπει να γίνουν συγκεκριμένα. Το να πληρώσει μια τάξη, αν δεν είναι απλώς ανέξοδη προπαγάνδα, έχει νόημα μόνο αν λέμε πως. Αλλιώς πως θα πληρώσει, ποιος θα αποφασίσει τον τρόπο, τα μέσα, τους χρόνους που θα γίνει αυτό. Και αφού πληρώσει, να πάνε που; Ας πούμε ότι βρίσκουμε τα λεφτά που λεει και το ΚΚΕ ότι υπάρχουν. Τι θα τα κάνουμε; Θα τα ρίξουμε στα τοκοχρεολύσια; Αυτά τα θεωρούμε ή δεν τα θεωρούμε κλεμμένα; Πρέπει ή δεν πρέπει να πληρωθούν; Και δεν εννοούμε σε μια μελλοντική “λαϊκή εξουσία” ή έστω “αριστερή προοδευτική διακυβέρνηση”. Μιλάμε για τώρα, με οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Εξηγούμαστε λοιπόν. Το ελληνικό κράτος φέτος θα πληρώσει 13 δις ευρώ σε τόκους, ανεξάρτητα από την αναχρηματοδότηση του χρέους. Του χρόνου θα πληρώσει το λιγότερο 16δις γιατί το χρέος θα εκτιναχτεί στα 340 ίσως και στα 350 δις από 298 που ήταν στο τέλος του 2009. Και για όσους αμφιβάλουν, θα πρέπει ίσως να γνωρίζουν ότι στις 31/3 σκαρφάλωσε ήδη στα 310 δις. Συν 12 δις σε 3 μήνες, παρά τα όσα ισχυρίζεται ο Παπακωνσταντίνου για συμμάζεμα των ελλειμμάτων. Η αριστερά και το συνδικαλιστικό κίνημα που θέλει να υπερασπίζεται τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες θα πρέπει να πάρει μια ξεκάθαρη στάση γι’ αυτό. Πληρώνουμε ναι ή όχι; Γιατί αν συνεχίσει το ελληνικό κράτος να πληρώνει τότε που θα βρεθούν τα λεφτά για μισθούς; Και μην πει κανείς πάλι από το κεφάλαιο γιατί προφανώς δεν αντιλαμβάνεται ότι η μεγαλύτερη αφαίμαξη υπεραξίας πλέον δεν πραγματοποιείται σε πρωτογενές επίπεδο μέσα στο εργοστάσιο, αλλά μέσα από τους τόκους που πληρώνουμε για το δημόσιο αλλά και για το ιδιωτικό χρέος. Οι τόκοι μάλιστα εκεί δεν είναι 4 και 5% αλλά φτάνουν ακόμα και το 20%. Εμείς λέμε ξεκάθαρα: Στάση πληρωμών εδώ και τώρα! Αμέσως θα εξοικονομηθούν 15 δις.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να φορολογηθεί το κεφάλαιο, οι εφοπλιστές, οι τράπεζες, να μαζευτούν οι ανείσπρακτοι φόροι από τον Tόλη και το Βαζαίο, να σταματήσει η φοροδιαφυγή από γιατρούς και συναφή επαγγέλματα και να φέρουν οι μιζαδόροι τα κλεμμένα πίσω. Μόνο που αυτά θα χρειαστούν χρόνο. Χρόνο βεβαίως στο βαθμό που όλοι αυτοί παραμείνουν στη χώρα μετά απ’ όλα αυτά. Γιατί όσοι κινδυνολογούν για τη στάση πληρωμών, ότι θα φυγαδευτούν κεφάλαια στο εξωτερικό, ότι θα κοπεί η χρηματοδότηση, ότι δεν θα μπορούμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, ότι θα απομονωθούμε, θα πρέπει να αναρωτηθούν γιατί όλα αυτά τα ενδεχόμενα που προκύπτουν αυτόματα και αβίαστα με τη “στάση” δεν προκύπτουν κατά τον ίδιο τρόπο με τη βαριά φορολογία στο κεφάλαιο και στα σύμμαχά του στρώματα. Ή μήπως νομίζουν ότι με μια φορολογία 45% επί των κερδών, οι επιχειρηματίες θα το ρίξουν στις επενδύσεις;

Και γιατί όχι “επαναδιαπραγμάτευση του χρέους”;

Αρκετές δυνάμεις εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύονται με την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, αλλά τσιμουδιά για τη στάση. Αρκετοί από αυτούς προτείνουν ταυτόχρονα και έξοδο από την ευρωζώνη. Ας τα δούμε ένα προς ένα.
Καταρχήν η στάση είναι το πρώτο βήμα της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Έτσι την πρωτοβουλία κινήσεων την έχει αυτός που μονομερώς κηρύσσει στάση πληρωμών και μάλιστα τώρα που οι πιστωτές μας δεν έχουν κανένα μέτωπο μεταξύ τους. Να θυμίσουμε μόνο ότι ήδη οι γερμανικές τράπεζες είναι έξω φρενών με τις γαλλικές οι οποίες κάνοντας χρήση της απόφασης περί αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ ξεφορτώνονται μαζικά ελληνικά ομόλογα, από τα 75-80δις που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους. Ενδεχομένως το ίδιο κάνουν ήδη και οι ελληνικές. Αγοράζοντας βεβαίως στη δευτερογενή αγορά τα ελληνικά ομόλογα η ΕΚΤ, μην πιστέψει κανείς ότι θα τη γλιτώσουμε. Έτσι τα πράγματα γίνουν πολύ χειρότερα, έχοντας για αντίπαλο όχι μερικές εμπορικές ιδιωτικές τράπεζες, αλλά έναν οργανισμό ή έστω δύο (ΕΚΤ-ΔΝΤ) που μαζεύουν το χρέος όχι για να μας το χαρίσουν, αλλά για να επιβάλλουν μέσα από επιπλέον νομοθετικές ρυθμίσεις ακόμα πιο επαίσχυντα ταξικά μέτρα. Να θυμίσουμε επίσης ότι πέρσι όταν ο Καραμανλής καθησύχαζε τους καταθέτες ότι εγγυάται για τις καταθέσεις τους στις τράπεζες και ταυτόχρονα ανακοίνωνε το σχέδιο των 28δις χρηματοδότησης και εγγυήσεων, πολλοί μπορεί να ησύχασαν. Να τώρα τα αποτελέσματα της “γενναιοδωρίας” του Καραμανλή. Αυτό ακριβώς θα γίνει και με την ΕΚΤ που σε λίγο θα την αναλάβει ο νυν πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ Αξελ Βέμπερ ο οποίος είναι τρις χειρότερος μονεταριστής από τον Τρισέ.
Η επαναδιαπραγμάτευση πρέπει να γίνει τώρα, κηρύσσοντας πρώτα στάση πληρωμών, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ο αιφνιδιασμός των πιστωτών, αναγκάζοντας τους να διαπραγματευτούν ξεχωριστά για να περισώσουν ότι μπορούν. Ο δεύτερος αφορά το μέγεθος του χρέους. Κάθε χρόνο μπορεί να αυξάνεται 10, 20 ή και 40 δις. Αν έχει ένα νόημα μια επαναδιαπραγμάτευση είναι τώρα στα 300 δις και όχι σε 5 χρόνια που το χρέος θα κοντεύει τα 500 δις. Επίσης υπάρχει και ένα τρίτο ζήτημα. Γιατί να συρθεί ο πιστωτής σε διαπραγμάτευση όσο συνεχίζει να εισπράττει τους τόκους; Μήπως γιατί θα συγκινηθεί από το δράμα του ελληνικού λαού; Τα παράσιτα του χρηματιστικού τοκογλυφικού κεφαλαίου, μόνο μια γλώσσα καταλαβαίνουν. Όταν δεν μπουν στους λογαριασμούς τους οι δόσεις. Τότε μπορεί και να σκεφτούν ότι κάτι δεν πάει καλά.

“Μα, μα δεν θα μας ξαναδανείσουν… και πως θα πληρωθούν οι μισθοί;”
Και τώρα πάμε στην κινδυνολογία, η οποία παρεμπιπτόντως διαδίδεται με αστραπιαία ταχύτητα σε όλα τα μήκη και πλάτη της αριστεράς και μάλιστα παράλληλα με την κουβέντα που επιτέλους έστω και αργά ξεκίνησε γύρω από το χρέος. Εντάξει να ακούμε από τον Παπαχελά, τον Πρετεντέρη και τον Καψή, ή τον Πορτοσάλτε ή έστω τον Γεωργελέ του Athens Voice ότι τα περί στάσης πληρωμών σημαίνει ότι το επόμενο δεκαπενθήμερο δεν θα έχει συντάξεις και μισθούς μπορεί κανείς να το δικαιολογήσει. Οι άνθρωποι είναι σε διατεταγμένη υπηρεσία. Είναι η αυλή των τοκογλύφων, καμία έκπληξη, μπορούμε να γελάμε με τις ώρες βλέποντας τις φάτσες τους να ωρύονται πουλώντας κίνδυνο και τρόμο στο ποίμνιό τους. Αλλά να ακούμε τα ίδια επιχειρήματα στο εσωτερικό της αριστεράς, αν μην τι άλλο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα ότι η μάχη της προπαγάνδας έχει ήδη χαθεί.
Επανερχόμαστε στο θέμα. Το μάθαμε λοιπόν κι αυτό. Στην Ελλάδα οι μισθοί πληρώνονται από τα δάνεια που παίρνει το ελληνικό κράτος από τις τράπεζες. Λοιπόν ας ξεδιαλύνουμε τα πράγματα. Οι μισθοί και οι συντάξεις του δημοσίου στον κρατικό προϋπολογισμό δεν ξεπερνάνε τα 24 δις πριν τα μέτρα, χωρίς να υπολογίζουμε τις φετινές περικοπές. Υπενθυμίζουμε λοιπόν στους αδαείς ότι το κράτος εκτός από δαπάνες έχει και έσοδα. Αυτά τα έσοδα με την υπάρχουσα διαχείριση προβλέπονται για φέτος γύρω στα 50 δις. Το πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού μπορεί να μηδενιστεί αρκεί να γίνει η αναγκαία διαχείριση, περικόπτοντας περιττές δαπάνες όπως οι στρατιωτικές και πάνω απ’ όλα περικόπτοντας όλες τις χρηματοδοτήσεις προς την κρατικοδίαιτη αστική τάξη που εδώ και δεκαετίες επιχειρεί μόνο με επιδοτήσεις δανεικά και αγύριστα. Επίσης μπορούν να γίνουν και μισθολογικές περικοπές, όχι από τους υπάλληλους των 1000 και 1500 ευρώ αλλά από τους εξωφρενικούς μισθούς δικαστικών, βουλευτών, υπουργών και χιλιάδων στελεχών της δημόσιας διοίκησης, όπως επίσης και από ρυθμίσεις που αφορούν τις αμοιβές των αστυνομικών και των στρατιωτικών που μαζί με τους συνταξιούχους αυτών των σωμάτων που βγαίνουν στη σύνταξη σε ηλικία 45 ετών εδώ και δεκαετίες και κυριολεκτικά έχουν γονατίσει τον κρατικό προϋπολογισμό.
Αν λοιπόν υπάρχουν κάποιοι που θα πληγούν από τη στάση πληρωμών αυτοί είναι οι τράπεζες και φυσικά όλα τα λαμόγια που διαχειρίζονται το συγκεκριμένο σύστημα υφαρπαγής του δημόσιου πλούτου και εν πάση περιπτώσει καρφί δεν μας καίγεται περί αυτού. Γι’ αυτό ακριβώς αντιμετωπίζουν με τρόμο κάθε τέτοιο ενδεχόμενο, γιατί πολύ απλά σημαίνει ότι το πάρτι τελείωσε. Κι όμως οι Πορτοσάλτοπρετεντέρηδες με το πιο απίστευτο θράσος δεν σταματάνε να λένε στους εργάτες και στους συνταξιούχους ότι το πάρτι τελείωσε γι’ αυτούς, λες και συμμετείχαν οι μισθωτοί των 1000 ευρώ και οι απόμαχοι των 600 σε κάποιο πάρτι. Αλλά τι άλλο να ακούσει κανείς από δαύτους.
Και μέσα σε όλα ακούμε και τον Καρατζαφέρη να απειλεί το πανελλήνιο από το βήμα της βουλής στα τέλη Απρίλη ότι όποιος δεν ψηφίσει το μνημόνιο της τρόικα παίρνει και την ευθύνη ότι δεν θα πληρωθούν οι μισθοί του Μαίου, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι τα χρήματα αυτά θα πήγαιναν κατευθείαν για το ομόλογο των 9δις που έληγε στις 19 Μάη.
Εντάξει όλα αυτά, αλλά ότι δεν θα μας ξαναδανείσουν όμως ισχύει. Aκόμα καλύτερα. Αλλά υπάρχει και ένα άλλο ερώτημα. Μήπως θα υπάρχουν για να μπορούν να δανείζουν; Αυτό γιατί να μην μπει στην κουβέντα;

“Ναι αλλά αυτό δεν θα μας θέσει εκτός ευρωζώνης;”

Ε και λοιπόν τι έγινε. Λες και θα υπάρχει ευρωζώνη την επόμενη μέρα, και τι αξία θα έχει ακόμα και αν διατηρηθεί; Ωστόσο η αποπομπή από την ευρωζώνη δεν είναι μια απλή υπόθεση. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που λεει ότι θα πετάξουν όποιον κηρύσσει στάση πληρωμών εκτός ευρωζώνης. Πουθενά δεν είναι γραμμένο. Θα πρέπει να νομοθετήσουν. Πάμε λοιπόν σε μια πολιτική διαδικασία, και όχι σε κάποιον οικονομικό αυτοματισμό. Εδώ απαιτούνται διαβουλεύσεις, συναντήσεις αρχηγών, συμφωνίες κ.ο.κ. Όλα αυτά θα απαιτήσουν χρόνο. Οι “αγορές” θα πάθουν πανικό. Αν τώρα στοιχηματίζονται 200 δις στη χρεοκοπία της Ελλάδας, τότε θα παίζονται 20 τρις στη χρεοκοπία της Ευρώπης. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι εντελώς λάθος να κάνει κανείς σημαία του την έξοδο από την ευρωζώνη. Κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή εξυπηρετεί τα σχέδια του γερμανικού καπιταλισμού που επιδιώκει ένα ξεκαθάρισμα της ευρωζώνης σε δύο ταχύτητες. Αυτό το δηλώνουν ως στόχο με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο στο Βερολίνο. Επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος να τους διευκολύνουμε, ακόμα και αν οι μήτρες στο Χολαργό είναι έτοιμες για να τυπώσουν τη νέα δραχμή.
Ας μας διώξουν λοιπόν αυτοί, ας βρουν τον τρόπο. Αλλά να θυμίσουμε εδώ σε αυτούς που επιλεκτικά, θεωρούν κεφαλαιώδες την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε., δεν μας λένε αν πρέπει να φύγει και από τον ΠΟΕ, τον ΟΟΣΑ, και γιατί όχι από τον ΟΗΕ. Μια θέση αρχής εδώ δεν έχει κανένα νόημα εκτός κι αν ενδιαφέρεται για τη συνέπεια στο μαρξισμό της ΚΝΕ της δεκαετίας του ’80. Η συμμετοχή οπουδήποτε, μπορεί να αξιολογείται μόνο σε σχέση με ότι προωθεί ένα συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο. Όλα τα άλλα είναι για ασκήσεις ηθικολογίας.
Το θεμελιακό ζήτημα αυτή τη στιγμή είναι να απαλλαχτούμε από τα τοκοχρεωλύσια. Το αν θα γίνει αυτό μέσα ή έξω από την ευρωζώνη είναι δευτερεύων ζήτημα. Σημασία έχει να είναι κανείς έτοιμος για όλα τα ενδεχόμενα. Όπως λοιπόν δεν υπάρχουν θέσφατα για το έξω δεν μπορούν να υπάρχουν και για το μέσα. Όσοι επιμένουν στην έτσι κι αλλιώς παραμονή στην Ε.Ε. με την αυταπάτη να την “επανιδρύσουν” προς όφελος των “λαών”, απλώς εγκλωβίζονται στις αυταπάτες τους. Αν θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν το χρέος θα πρέπει να πάρουν την άδεια της Μέρκελ και του Σαρκοζί, γιατί προφανώς δεν θα γίνει η ΕΕ. των λαών στους επόμενους μήνες. Εντούτοις τα επιχειρήματα ενάντια στον εθνικό απομονωτισμό είναι σωστά. Όμως γιατί σώνει και καλά κάθε διεθνές εναλλακτικό σχέδιο περνάει υποχρεωτικά μέσα από τις δομές της Ε.Ε.; Η Ευρώπη όντως είναι γήπεδο, αλλά αυτό δεν αφορά την Ε.Ε., αλλά την Ευρώπη ως γεωγραφικό χώρο που προϋπήρχε της Ε.Ε. Πολλά από τα επαναστατικά κύματα του 19ου και 20ου αιώνα λειτούργησαν ως ντόμινο σε πολλές χώρες της ηπείρου δείχνοντας ότι υπάρχει κοινός τόπος αλλά και κοινή συνείδηση. Δεν χρειαζόταν η ύπαρξη μιας κοινής αγοράς ή μιας ΟΝΕ για να δημιουργηθούν τέτοια αντανακλαστικά. Επίσης είναι γνωστό ότι οι απομονωμένες επαναστάσεις δεν μπορούν να βρουν το στόχο τους, όμως κάθε επαναστατικό κύμα ξεκίνησε από μια χώρα.
Ο καθένας δικαιούται να ελπίζει στη μεταρρύθμιση της Ε.Ε., του αστικού κράτους, του καπιταλισμού, κανένα πρόβλημα. Δεν έχουμε κανένα λόγο να απορρίψουμε στα λόγια κάθε πιθανότητα μεταρρύθμισης. Το θέμα όμως είναι τι κάνουμε όταν βλέπουμε ότι δεν μεταρρυθμίζεται. Και ειδικά όταν γίνεται ένας δυνάστης, που επιβάλει μαζί με την ελληνική άρχουσα τάξη ένα σχέδιο κοινωνικής αντεπανάστασης. Μπορούμε ακόμα να μιλάμε για μεταρρυθμίσεις; Πριν 10 και 20 χρόνια οι υποστηριχτές της συμμετοχής στην Ε.Ε. όλο και θα έβρισκαν λόγους για να αιτιολογήσουν τη στάση τους. Είχαν επίσης μαζί τους την κοινή γνώμη που πίστευε ότι μέσω της Ε.Ε. θα βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο. Τα συνθήματα τότε ενάντια στην Ε.Ε. είχαν μόνο προπαγανδιστικό χαρακτήρα. Σήμερα όμως όχι μόνο οι προσδοκίες από την Ε.Ε. έχουν εκμηδενιστεί, αλλά και η ίδια σπαράσσεται από μια άνευ προηγουμένου κρίση συνοχής. Έχει λοιπόν κάποιο νόημα να τη σώσουμε, ή πάνω σε αυτή τη σαθρή βάση να στηρίζουμε το δικό μας εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο;

Και γιατί όχι “διαγραφή του χρέους”;
Όταν η αριστερά στο σύνολό της ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει καμία κρίση και ότι όλα είναι μια φάρσα, ελάχιστοι μίλησαν για τη στάση πληρωμών. Τώρα ορισμένοι από αυτούς που μίλαγαν για φάρσα, πέρασαν με ένα σάλτο πάνω από τη στάση ανακαλύπτοντας τη διαγραφή του χρέους. Καμία έκπληξη, από ανθρώπους που ειδικεύονται στην αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση. Πάντα κάτι θα ανακαλύπτουν για να πουλήσουν ανέξοδο αριστερό βερμπαλισμό, αφού πρώτα δείξουν πόσο ευκαιριακοί είναι.στις σημαίες που κρατάνε.
Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν αγγίζουν πολλές φορές τα όρια του γελοίου. Λένε ας πούμε ότι για στάση ή αναδιάρθρωση μιλάνε ακόμα και νεοφιλελεύθεροι. Μάλιστα. Ενώ όταν το πιο σκληρό κομμάτι του γερμανικού κεφαλαίου λεει ότι η Ελλάδα πρέπει να τεθεί εκτός ευρωζώνης δεν τους ανησυχεί καθόλου, για να τους θυμίσουμε ότι είναι ακριβώς οι ίδιοι που μαζί με τη διαγραφή που τη θεωρούν πλέον κόκκινη γραμμή, μιλάνε και για άμεση έξοδο από την ευρωζώνη ή και την Ε.Ε.
Πάνω λοιπόν στην καπιταλιστική εκδοχή μιας στάσης ή μιας αναδιάρθρωσης στήνουν στον τοίχο γενικά τη στάση πληρωμών. Είναι μια μέθοδος πονηρή αξία μόνο για τσαρλατανίσκους.
Και για να μπούμε στην ουσία. Εμείς δεν είμαστε υπέρ της έτσι κι αλλιώς γενικής διαγραφής για έναν βασικό λόγο: Εξαρτάται από το ποιος κατέχει ομόλογα. Αν είναι ασφαλιστικοί οργανισμοί, ή ατομικά αποταμιευτές συνταξιούχοι ή και εργαζόμενοι, εκεί τι θα κάνουμε, θα πούμε ότι δεν σας αποζημιώνουμε; Δεν πρέπει να το διαπραγματευτούμε; Να τους προτείνουμε μια κάποια λύση; Αν δεν έχουμε να τους πληρώσουμε σε ρευστό να τους προτείνουμε πακέτα διακοπών στην Ελλάδα ή κάτι άλλο. Αυτά είναι στοιχειώδη μέτρα που θα έπαιρνε οποιοσδήποτε μιλάει σοβαρά πάνω σε όλα αυτά και δεν κάνει απλώς αντιπολίτευση στο γειτονικό γκρουπούσκουλο.
Από κει και πέρα τίθενται επίσης ζητήματα τακτικής. Κάθε ομόλογο πρέπει να αντιμετωπιστεί σαν διαφορετική περίπτωση προκειμένου να μην συντονιστούν οι πιστωτές εναντίον σου. Όλοι πρέπει να έχουν την ελπίδα ότι κάτι θα πάρουν πίσω. Εκτός και αν έχει κανείς 500 πυρηνικές κεφάλες έτοιμες να τις σκάσει στα κεφάλια όσων απαιτούν την αποπληρωμή των κεφαλαίων τους. Κάθε ομόλογο πρέπει να επανακοστολογηθεί αναλόγως με το που χρησιμοποιήθηκε, αν έπεσαν μίζες, αν έχουν πληρωθεί υπέρογκοι τόκοι. Επίσης θα αξιολογηθεί και ο κάτοχός του και αναλόγως θα προκύψει ένα υπόλοιπο.
Από τώρα πρέπει να απαιτηθεί από την αριστερά και το κίνημα διαφάνεια γύρω από το χρέος. Σε ποιες τράπεζες, πόσα, πότε και γιατί. Όπως ακριβώς απαιτούμε και από μια επιχείρηση που πτωχεύει να ανοίξουν τα λογιστικά βιβλία, να δούμε που πήγαν τα λεφτά, αν τα έφαγε ο κάθε Ψωμιάδης (ΑΣΠΙΣ) κ.ο.κ. Όσα περισσότερα δις σβηστούν από τα 300 με το μικρότερο κόστος τόσο το καλύτερο. Κανείς δεν θα είχε αντίρρηση. Από κει και πέρα ο καθένας μπορεί από το πληκτρολόγιό του να κηρύξει τον 3ο γύρο της παγκόσμιας επανάστασης. Αν αυτό τον ικανοποιεί κανένα πρόβλημα. Δυστυχώς όμως το χρέος δεν διαγράφεται στα πληκτρολόγια, ούτε στα κοινοβούλια του χώρου στο Γκίνη, μεταξύ συγγενών και φίλων.
Επίσης να θέσουμε και εμείς ένα ερώτημα σε όσους είναι γενικώς υπέρ των “διαγραφών”. Έχουν την ίδια άποψη και για τα ιδιωτικά χρέη; Ένα τέτοιο μέτρο προάγει την κοινωνική δικαιοσύνη; Ας στο σκεφτούν και ας πάρουν μια θέση και γι’ αυτό, μιας και αύριο θα σκάσει κι αυτή η φούσκα. Μέχρι τότε να πούμε τη δική μας γνώμη. Εμείς δεν είμαστε υπέρ μιας τέτοιας διευθέτησης, γιατί αυτό βγάζει λάδι αυτούς -στήριγμα της εξουσίας- που με δανεικά έφτιαξαν σπίτια, εξοχικά και κυκλοφορούσαν με Κομπρέσορ και επιπλέον στήριζαν έμπρακτα τις αυταπάτες της Belle Époque του καταναλωτισμού, συνεισφέροντας κι αυτοί στο φούσκωμα του παρασιτικού χρηματιστικού κεφαλαίου, την ίδια ώρα που άλλοι έμεναν στο νοίκι και είχαν στην κατοχή τους ένα αυτοκινητάκι. Επομένως διαγραφή ναι αλλά μόνο αν αυτά περάσουν σε κοινή ιδιοκτησία. Αλλιώς ο κάθε πονηρός που σκέφτεται πως θα τη σκαπουλάρει ατομικά ας συνεχίσει να πληρώνει και στην κρατικοποιημένη τράπεζα διάδοχο τις ιδιωτικής γιατί αλλιώς δεν πρόκειται να βάλει μυαλό. Φυσικά η τράπεζα κερδοσκόπησε με τους τόκους, ακόμα και σε όσους με δάνεια παρίσταναν τους μπουρζουάδες. Εννοείται ότι πρέπει να επανακοστολογηθούν όλα τα δάνεια και σίγουρα ένα μέρος θα διαγραφεί και με ταξικά κριτήρια, ή για λόγους που θα κριθούν συγκεκριμένα αναγκαίοι. Τα περί γενικής διαγραφής όμως είναι λόγια του αέρα, όπως αυτά που συνηθίζουν να ακούγονται στην αριστερά, που όχι μόνο δεν συγκινούν κανένα αλλά ούτε ιδρώνει και το αυτί κανενός. Γιατί όλοι γνωρίζουν και ιδιαίτερα ο αντίπαλος ότι τα λόγια του αέρα είναι εντελώς ακίνδυνα.

Οικονομικοί αυτοματισμοί και κρατική παρέμβαση
Σε πολλές από τις συζητήσεις που γίνονται αλλά και σε σχετική αρθρογραφία, σημειώνονται οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια στάση πληρωμών ή η έξοδος από την ευρωζώνη. Ωστόσο επιμένουμε ότι δεν υπάρχουν αυτόματες επιπτώσεις παρά μόνο θεωρητικά και πάντα υπό ορισμένες συνθήκες. Όπως και δεν υπάρχει οικονομία σκέτη αλλά πολιτική οικονομία. Ας δούμε μερικές από τις βεβαιότητες που ακούγονται:
Έξοδος από το ευρώ, νέο νόμισμα, υποτίμηση, πληθωρισμός, μείωση του πραγματικού μισθού. Ξεδιπλώνοντας όμως αντίστροφα αυτό το συλλογισμό, διαπιστώνουμε ότι, χωρίς νέο νόμισμα, ήδη το εργατικό εισόδημα μετά τις σχετικές μειώσεις των μισθών, και τις αυξήσεις στα καύσιμα, τους λογαριασμούς και δεκάδες άλλα προϊόντα, μετράει απώλειες 20%. Επιπλέον αν υλοποιηθούν τα όσα ακούγονται για συντάξεις στο 48% του μισθού και με 40 χρόνια υπηρεσία τότε η μιλάμε για 50% μειώσεις. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε το εργατικό δυναμικό που θα πέσει στην ανεργία εξαιτίας της ύφεσης μιλάμε για απώλειες 100%. Μια υποτίμηση θα δημιουργήσει πληθωριστικές πιέσεις κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών των προϊόντων που θα εισάγονται. Όλα αυτά βεβαίως ισχύουν όταν η αγορά λειτουργεί ανεξέλεγκτα. Όταν εκατοντάδες προϊόντα πουλιούνται στην Αθήνα ακριβότερα από οποιαδήποτε πρωτεύουσα της Ευρώπης, τότε σίγουρα υπάρχουν περιθώρια με κεντρικές παρεμβάσεις οι τιμές να ελεγχθούν. Σε τελευταία ανάλυση μπορεί να ελεγχθεί εξ ολοκλήρου το εξωτερικό εμπόριο ακόμα κι αν αυτό προκαλεί αναφυλαξία στις “αγορές” και τους οπαδούς τους. Επιπλέον τα εργατικά εισοδήματα μπορούν να διαφυλαχτούν από τον πληθωρισμό και με άλλους τρόπους όπως η αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή.
Ακούγεται επίσης ότι μια υποτίμηση του νομίσματος θα αυξήσει αναλόγως το δημόσιο χρέος αφού αυτό παραμένει σε συνάλλαγμα. Αυτό θα ίσχυε στο βαθμό που συνεχίσει κανείς να πληρώνει, για να μην ξεχνιόμαστε. Παρόλα αυτά οι περισσότεροι συμφωνούν με μια υποτίμηση όταν την σκέφτομαι ως μέσο για να βελτιωθεί το εμπορικό ισοζύγιο. Πράγματι αυτό ισχύει. Εντούτοις υπάρχουν και πιο δραστικοί τρόποι να βελτιώσει κανείς το εμπορικό του ισοζύγιο χωρίς να περιμένει τους αυτοματισμούς της αγοράς. Ο έλεγχος του εξωτερικού εμπορίου από το κράτος είναι ένας τρόπος που έχει ξεχαστεί προ πολλού, αφού η μέθοδος αυτή έχει διαγραφεί από τους ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού. Κι όμως μια κρατική παρέμβαση στον τομέα αυτό θα εξυπηρετούσε τις συλλογικές ανάγκες της κοινωνίας, βάζοντας φραγμό σε ότι άχρηστο και πανάκριβο προϊόν εισάγεται ανεξέλεγκτα ακόμα και σαν είδος πρώτης ανάγκης (όπως φάρμακα και νοσοκομειακά υλικά) από τις εταιρίες που θησαυρίζουν εξαιτίας ακριβώς του ότι δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός και έλεγχος.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν οικονομικοί αυτοματισμοί παρά μόνο όταν δεν υπάρχει κρατική παρέμβαση. Ωστόσο ας μην ξεχνάμε ότι πάρα τα όσα ακούγονται, ούτε οι οικονομίες της απόλυτης κυριαρχίας της αγοράς λειτουργούν χωρίς κανόνες. Και μάλιστα κανόνες εντελώς αυθαίρετους, όπου τον έλεγχο της κυκλοφορίας του χρήματος τον έχουν οι τράπεζες, που ανάλογα με τη δανειοδοτική τους πολιτική καθορίζουν και τις τιμές στην πραγματική οικονομία. Ας αναρωτηθεί ο καθένας αν ένα τριάρι αξίζει πραγματικά 300 μισθούς, ή αν αυτό είναι το προϊόν της κατασκευαστικής φούσκας που δημιουργήθηκε από την έκρηξη των στεγαστικών δανείων τα τελευταία 15 χρόνια. Ας σκεφτεί επίσης ότι αν αυτή η φούσκα αφορά το 1/3 ας πούμε της αξίας αυτού του διαμερίσματος, αυτό σημαίνει 100 επιπλέον μισθοί τσάμπα υπεραξία, στο βωμό του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτή είναι η ελεύθερη αγορά, χωρίς κρατική παρέμβαση. Αυτό το σύστημα κλοπής του πραγματικού πλούτου που παράγεται από την εργασία πρέπει να καταστραφεί και δεν έχουμε κανένα λόγο να το σεβαστούμε..

Ποιο πρέπει να είναι το κεντρικό αίτημα
Οι δύο μεγάλοι σχηματισμοί της αριστεράς το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υιοθετούν το αίτημα για στάση πληρωμών, ούτε καν της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Από κει και πέρα συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ όπως το Κόκκινο και το Ξεκίνημα υιοθετούν τη στάση, ενώ το Μέτωπο (Αλαβάνος, ΚΟΕ, ΔΕΑ, ΚΕΔΑ) μιλάνε περισσότερο για επαναδιαπραγμάτευση. Στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά η Ανταρσία μιλάει για στάση ενώ άλλες οργανώσεις όπως το ΕΕΚ, η ΟΚΔΕ και η Ανασύνταξη προτείνουν τη διαγραφή του χρέους. Όμως το θέμα δεν είναι αν μέσα σε άλλους 30 άξονες βρίσκεται και η στάση, αλλά αν πραγματικά γίνεται το κεντρικό ζήτημα αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Κεντρικό ακριβώς γιατί πάνω σε αυτό η κυβέρνηση χτίζει το σύνολο της επίθεσης. Εδώ λοιπόν δεν έχει γίνει καμία πρόοδος από την αρχή του χρόνου. Δεν αρκεί να ακούγεται ψιθυριστά, ούτε να το γράφουμε σε μια προκήρυξη για να βγει η υποχρέωση. Αυτό που έχει σημασία έστω και τώρα είναι να γίνει το κεντρικό αίτημα σε όλες τις κινητοποιήσεις. Δεν είναι δυνατό να βαδίζουμε προς την 7η γενική απεργία και να μην είναι γραμμένο το σύνθημα αυτό σε κανένα πανό. Και δεν είναι επίσης δυνατό να μιλάμε για γενικές απεργίες και μάλιστα μερικοί να προτείνουν και τη διαρκείας απλώς με συνδικαλιστικά αιτήματα.
Αν μιλάμε για γενική απεργία, αυτό πρέπει να σημαίνει, για να έχουμε μια ουσιαστική κλιμάκωση, γενική πολιτική απεργία. Απεργία με πολιτικά πλέον αιτήματα. Το να μην περάσουν τα μέτρα δεν αρκεί. Χρειάζεται πολιτική πρόταση διεξόδου. Το κίνημα θα πρέπει να μιλήσει πολιτικά και αυτό ακριβώς θα το βάλει σε μια τροχιά αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Μόνο έτσι μπορεί να αντιληφθεί τον εαυτό του ως εναλλακτική λύση απέναντι σε αυτή την κυβέρνηση.
Πολλοί αναρωτιούνται αν το σύνθημα της στάσης το απευθύνουμε στην κυβέρνηση για να το πραγματοποιήσει. Κάθε πολιτικό σύνθημα λειτουργεί με δύο τρόπους: Αφενός σαν αίτημα προς την κυβέρνηση αφετέρου σαν σύνθημα που ενοποιεί πολιτικά ένα κίνημα που ξεκινάει ως διαμαρτυρία προς την εξουσία και διαμέσου της πολιτικοποίησής του μεταμορφώνεται σε ανταγωνιστική εξουσία προς τον υπάρχων αστικό καθεστώς. Στο βαθμό που συμβεί αυτό τότε μπαίνουμε σε μια περίοδο δυαδικής εξουσίας. Πιθανόν τότε ακόμα και μια αστική κυβέρνηση να υποχρεωθεί κάτω από την πίεση του κινήματος να πάρει ορισμένα μέτρα. Αν όχι η κυβέρνηση Παπανδρέου, ίσως μια άλλη με διαφορετικά πρόσωπα, τύπου “Κερένσκυ“ ή τύπου “Κίρχνερ“. Μια κυβέρνηση που αδυνατεί να συντρίψει το κίνημα και γι’ αυτό αναγκάζεται να διαπραγματεύεται μαζί του. Αυτή δεν μπορεί να είναι η σημερινή κυβέρνηση. Αυτή ξεκάθαρα προωθεί το σχέδιο της κοινωνικής αντεπανάστασης και γι’ αυτό πρέπει να γίνει στόχος του κινήματος.
Το ζήτημα είναι πάνω σε ποιο ζήτημα θα επιδιώξει το κίνημα την ανατροπή της. Σε ποια δηλαδή βάση θα επιδιώξει να αποσπάσει την συναίνεση ευρύτερων κομματιών της κοινωνίας που αυτή τη στιγμή ναι μεν αγανακτούν με την κυβέρνηση, αντιλαμβάνονται ότι η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο, αλλά δεν βλέπουν μια εναλλακτική λύση. Η αριστερά και το κίνημα πρέπει να κερδίσουν τη συναίνεση αυτών των στρωμάτων πάνω σε μια κεντρική μάχη και αυτή δεν είναι άλλη από το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το ζήτημα του χρέους και επομένως της πιθανής χρεοκοπίας. Όσο δεν φαίνεται ξεκάθαρα μια άλλη εναλλακτική λύση, όσο δεν δείχνουμε ποιο είναι το πρώτο βήμα τότε τα στρώματα αυτά έστω και παθητικά θα ανέχονται ως μοναδική λύση το ελεεινό σχέδιο της κυβέρνησης, αφού θα πιστεύουν ότι όλα τα άλλα θα έχουν χειρότερα αποτελέσματα. Η αριστερά και το κίνημα θα πρέπει επιτέλους να μιλήσουν πολιτικά, να προετοιμάσουν τη διάδοχη λύση.
Όπως και να ‘χει τους επόμενους μήνες θα έχουμε μια απότομη κλιμάκωση της ταξικής αντιπαράθεσης. Αν μέχρι τότε δεν έχει υπάρξει καμία πολιτική πρόοδος, τότε η εξέγερση που έρχεται θα περιοριστεί απλώς σε εκδικητικά καθήκοντα, εκτονώνοντας τη συσσωρευμένη κοινωνική αγανάκτηση, χωρίς όμως να δίνει λύση. Τότε να είμαστε σίγουροι ότι η λύση θα δοθεί από τη μαύρη αντίδραση, που θα επιδιώξει να καλύψει εκείνη το κενό, όπως έχει γίνει άλλωστε τόσες φορές στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.

Avantgarde Κόκκινη Ορχήστρα Αθήνας
youpayyourcrisis

Δεν υπάρχουν σχόλια: