Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με την βία Άρθρο 120 (παραγρ.4) του ισχύοντος Συντάγματος της Ελλάδας (ακροτελεύτια διάταξη).
Είτε θα πετύχουμε και θα πάρουμε την πατρίδα μας πίσω, είτε θα χαθούμε για αιώνες στις πατρίδες των άλλων και των υπερκρατικών διεθνών οργανισμών, τις νέες αυτοκρατορίες.Εδώ που φθάσαμε, δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα περισσότερο από τις αλυσίδες μας.
Όσο περνούν οι εβδομάδες η κατάστασή μας θα γίνεται όλο και πιο αντιληπτή.
Μέχρι την Εξέγερση
Δεν σας θέλει ο λαός ελικόπτερα και μπρος
''Σκλάβος είναι αυτός που ελπίζει ότι θα έρθουν να τον ελευθερώσουν''
Έζρα Πάουντ 1885 – 1972
Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009
Οι Γερμανοί δεν δίνουν τον χρυσό τους
Η ομοσπονδιακή τράπεζα της Γερμανίας, η Mπούντεσμπανκ, όπως ανακοίνωσε την περασμένη Τρίτη, δεν σχεδιάζει να προβεί ξανά εφέτος σε μαζικές πωλήσεις χρυσού από τα αποθέματά της, αλλά θα εκποιήσει μόνον όσες ποσότητες χρειάζονται για την κοπή νέων χρυσών νομισμάτων.
Η ισχυρή στάση που τηρεί στα αποθέματά της η Μπούντεσμπανκ, που είναι τα δεύτερα σε ύψος παγκοσμίως, έρχεται σε αντίθεση με τις πωλήσεις χρυσού που κάνουν ορισμένες άλλες κεντρικές τράπεζες στην περιοχή της Ευρωζώνης, προκειμένου να αποκομίσουν αισθητά έσοδα.
Παρά το σύστημα της έμμεσης σύνδεσης των νομισμάτων με τον χρυσό μέσω του αμερικανικού δολαρίου που θεσπίσθηκε στο Μπρέτον Γουντς, προ 35 ετών, το ευγενές μέταλλο παραμένει ουσιαστικό στοιχείο των αποθεμάτων των κεντρικών τραπεζών, για πολλές χώρες.
Το προνόμιο των αποθεμάτων, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, έγκειται στο ότι καθιστά εύκολη την πώληση του ευγενούς μετάλλου εάν χρειασθεί και εμπνέει την εμπιστοσύνη του κοινού στο νόμισμα, διατηρώντας την αγοραστική του δύναμη.
Το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού» υπολογίζει ότι τα διεθνή αποθέματα του ευγενούς μετάλλου που βρίσκονται στη διάθεση των κεντρικών τραπεζών κυμαίνονται στις 31.000 τόνους και δεν έχουν αλλάξει σημαντικά από το ύψος ρεκόρ που είχαν καταρρίψει στα τέλη της δεκαετίας του 1940.
O μεγαλύτερος κάτοχος αποθεμάτων χρυσού στον κόσμο είναι η ομοσπονδιακή τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών, η FED, που διαθέτει περισσότερους από 8.100 τόνους και ακολουθεί η Mπούντεσμπανκ με 3.400 τόνους. Σύμφωνα με τις ισχύουσες τιμές σήμερα, ένας τόνος χρυσού στοιχίζει περί τα 18 εκατομμύρια δολάρια.
Ασφάλεια
Ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ, κ. Αξελ Βέμπερ, δήλωσε την περασμένη Τρίτη ότι «κρίνει ουσιαστικό το ότι για την κεντρική τράπεζα της Γερμανίας ο χρυσός αποτελεί ένα ζωτικό τμήμα των νομισματικών αποθεμάτων, τα οποία ανταποκρίνονται στα αιτήματα περί ασφαλείας και διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου της».
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας Πέτερ Μπέρνχολτς δήλωσε ότι δεν υπάρχει γενικός κανόνας ως προς το ακριβές επίπεδο των αποθεμάτων χρυσού μιας κεντρικής τράπεζας.
Ομως, τα αποθέματα εξαρτώνται ως προς το μέγεθος που θέτει μία τράπεζα σχετικά με τους όρους ασφαλείας και την εξασφάλιση που αποφέρει η απόδοσή τους, καθώς και το πολιτικό και το οικονομικό περιβάλλον.
«Εάν ασπασθούμε πάντως τη θέση περί κυμαινομένου επιτοκίου, δεν χρειαζόμαστε καθόλου αποθέματα», λέει ο καθηγητής Μπέρνχολτς.
«Ομως η ασφάλεια από μια μακροπρόθεσμη προοπτική είναι μόνο δεδομένη λόγω του χρυσού, διότι τα συναλλαγματικά αποθέματα είναι ακριβώς απαιτήσεις προς τις κυβερνήσεις, οι οποίες μπορεί να ανακληθούν».
Το μερίδιο των αποθεμάτων χρυσού των κεντρικών τραπεζών ποικίλλει από το 67,5% για τις Ηνωμένες Πολιτείες και λιγότερο από το 1% σε χώρες όπως ο Καναδάς και το Χονγκ Κογκ.
Ο μέσος όρος κυμαίνεται περίπου στο 9,2%. Οι τράπεζες της περιοχής της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, διαθέτουν το 47,7% του συνόλου των περιουσιακών τους στοιχείων σε χρυσό, που φθάνει τις 12.000 τόνους και ξεπερνά τα αποθέματα χρυσού των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η Μπούντεσμπανκ, με το 56% των περιουσιακών της στοιχείων σε χρυσό, δεν διακατέχεται από επιθυμία να πωλήσει διότι κρίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της θα πάρει τον δρόμο προς τις κυβερνήσεις των ομόσπονδων κρατιδίων, για να βοηθηθούν να διευθετήσουν τα ελλείμματα των προϋπολογισμών τους.
Ωστόσο, άλλα κράτη–μέλη της Ευρωζώνης δεν έχουν πρόβλημα να πωλήσουν χρυσό από τα αποθέματά τους, προκειμένου να διευθετήσουν τα δημοσιονομικά τους προβλήματα.
Τα τελευταία χρόνια, η Γαλλία, η Αυστρία καί η Ολλανδία κατόρθωσαν να πωλήσουν μέρος από τα αποθέματά τους χωρίς μεγάλες τυμπανοκρουσίες ή και πολλές συζητήσεις για τον τρόπο με τον οποίο θα το επετύγχαναν.
Σημειωθήτω ότι η Τράπεζα της Γαλλίας είχε σχεδιάσει να πωλήσει 500 έως 600 τόνους το διάστημα μεταξύ του 2004 και του 2009 και να ενισχύσει με τα έσοδα που θα αποκομίσει τα συναλλαγματικά της αποθέματα, ιδιαιτέρως στα νομίσματα με την υψηλότερη απόδοση.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_100021_24/03/2006_178399
Η ισχυρή στάση που τηρεί στα αποθέματά της η Μπούντεσμπανκ, που είναι τα δεύτερα σε ύψος παγκοσμίως, έρχεται σε αντίθεση με τις πωλήσεις χρυσού που κάνουν ορισμένες άλλες κεντρικές τράπεζες στην περιοχή της Ευρωζώνης, προκειμένου να αποκομίσουν αισθητά έσοδα.
Παρά το σύστημα της έμμεσης σύνδεσης των νομισμάτων με τον χρυσό μέσω του αμερικανικού δολαρίου που θεσπίσθηκε στο Μπρέτον Γουντς, προ 35 ετών, το ευγενές μέταλλο παραμένει ουσιαστικό στοιχείο των αποθεμάτων των κεντρικών τραπεζών, για πολλές χώρες.
Το προνόμιο των αποθεμάτων, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, έγκειται στο ότι καθιστά εύκολη την πώληση του ευγενούς μετάλλου εάν χρειασθεί και εμπνέει την εμπιστοσύνη του κοινού στο νόμισμα, διατηρώντας την αγοραστική του δύναμη.
Το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού» υπολογίζει ότι τα διεθνή αποθέματα του ευγενούς μετάλλου που βρίσκονται στη διάθεση των κεντρικών τραπεζών κυμαίνονται στις 31.000 τόνους και δεν έχουν αλλάξει σημαντικά από το ύψος ρεκόρ που είχαν καταρρίψει στα τέλη της δεκαετίας του 1940.
O μεγαλύτερος κάτοχος αποθεμάτων χρυσού στον κόσμο είναι η ομοσπονδιακή τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών, η FED, που διαθέτει περισσότερους από 8.100 τόνους και ακολουθεί η Mπούντεσμπανκ με 3.400 τόνους. Σύμφωνα με τις ισχύουσες τιμές σήμερα, ένας τόνος χρυσού στοιχίζει περί τα 18 εκατομμύρια δολάρια.
Ασφάλεια
Ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ, κ. Αξελ Βέμπερ, δήλωσε την περασμένη Τρίτη ότι «κρίνει ουσιαστικό το ότι για την κεντρική τράπεζα της Γερμανίας ο χρυσός αποτελεί ένα ζωτικό τμήμα των νομισματικών αποθεμάτων, τα οποία ανταποκρίνονται στα αιτήματα περί ασφαλείας και διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου της».
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας Πέτερ Μπέρνχολτς δήλωσε ότι δεν υπάρχει γενικός κανόνας ως προς το ακριβές επίπεδο των αποθεμάτων χρυσού μιας κεντρικής τράπεζας.
Ομως, τα αποθέματα εξαρτώνται ως προς το μέγεθος που θέτει μία τράπεζα σχετικά με τους όρους ασφαλείας και την εξασφάλιση που αποφέρει η απόδοσή τους, καθώς και το πολιτικό και το οικονομικό περιβάλλον.
«Εάν ασπασθούμε πάντως τη θέση περί κυμαινομένου επιτοκίου, δεν χρειαζόμαστε καθόλου αποθέματα», λέει ο καθηγητής Μπέρνχολτς.
«Ομως η ασφάλεια από μια μακροπρόθεσμη προοπτική είναι μόνο δεδομένη λόγω του χρυσού, διότι τα συναλλαγματικά αποθέματα είναι ακριβώς απαιτήσεις προς τις κυβερνήσεις, οι οποίες μπορεί να ανακληθούν».
Το μερίδιο των αποθεμάτων χρυσού των κεντρικών τραπεζών ποικίλλει από το 67,5% για τις Ηνωμένες Πολιτείες και λιγότερο από το 1% σε χώρες όπως ο Καναδάς και το Χονγκ Κογκ.
Ο μέσος όρος κυμαίνεται περίπου στο 9,2%. Οι τράπεζες της περιοχής της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, διαθέτουν το 47,7% του συνόλου των περιουσιακών τους στοιχείων σε χρυσό, που φθάνει τις 12.000 τόνους και ξεπερνά τα αποθέματα χρυσού των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η Μπούντεσμπανκ, με το 56% των περιουσιακών της στοιχείων σε χρυσό, δεν διακατέχεται από επιθυμία να πωλήσει διότι κρίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της θα πάρει τον δρόμο προς τις κυβερνήσεις των ομόσπονδων κρατιδίων, για να βοηθηθούν να διευθετήσουν τα ελλείμματα των προϋπολογισμών τους.
Ωστόσο, άλλα κράτη–μέλη της Ευρωζώνης δεν έχουν πρόβλημα να πωλήσουν χρυσό από τα αποθέματά τους, προκειμένου να διευθετήσουν τα δημοσιονομικά τους προβλήματα.
Τα τελευταία χρόνια, η Γαλλία, η Αυστρία καί η Ολλανδία κατόρθωσαν να πωλήσουν μέρος από τα αποθέματά τους χωρίς μεγάλες τυμπανοκρουσίες ή και πολλές συζητήσεις για τον τρόπο με τον οποίο θα το επετύγχαναν.
Σημειωθήτω ότι η Τράπεζα της Γαλλίας είχε σχεδιάσει να πωλήσει 500 έως 600 τόνους το διάστημα μεταξύ του 2004 και του 2009 και να ενισχύσει με τα έσοδα που θα αποκομίσει τα συναλλαγματικά της αποθέματα, ιδιαιτέρως στα νομίσματα με την υψηλότερη απόδοση.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_100021_24/03/2006_178399
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου